Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Synt.)

3564 Ἀποϲτρέφομαι· αἰτιατικῇ.

[*](Harp.)

3565 Ἀποϲτροφή: ἀντὶ τοῦ καταϲτροφή.

[*](ΣΕ)

3566 Ἀποϲτυγοῦντεϲ: μιϲοῦντεϲ. Ἰώϲηποϲ· Ἀντίοχοϲ ἀποϲτυγήϲαϲ. Φαβρίκιοϲ ἡγεμὼν καθίϲταται τοῦ πρὸϲ τὸν Πύρρον πολέμου. [*](3560 Georg. 1, 342,5 —11 (e Basil. PG 31, 440b) ot Herm. 21, 9 3561 — λέγειν Tim. ═Ba134,24 vs.10 ὁ —Μάρδων Arr.Parth.p.20 R. vs. 11 ἀπὸ ϲτόματοϲ —15 καλῶϲ Ba 133, 26 cf. Phryn. 38, 3; Philem. fr. 48 (2, 490 K) Cratin. fr.122; Thuc. 7.10; Pl. Theaet.142d; ἀποϲτοματίζειν sq. cf. Poll. 2102 Phryn.45,8 3542 προέθετο sq. Polyb. fr 117 3563 αἰτιατικῇ ═Synt. Gud. ἐξοριϲθῆναι —ἐξορίαι ═Ba 134,20, Σᵃ cf B 3564 ═ Synt Laur. et Gud. 3565 Harp. cf. Ba 134,18, An. Ox. 2, 490,23 3566 — μιϲοῦντεϲ ═ Ba 134, 22, Σa, Η Ἰώϲηποϲ? Φαβρίκιοϲ sq. Eutrop. p. 37 Exc. Plan. (lo. Antioch ) ap. Cass. D. 1, p. CXVIII.) [*](3560 Z 244 3561 Z 250, 271 3562 Z 271 3563 hinc v. Κίμων 2 cf v. ὀϲτρακιϲμόϲ 3566 Φαβρίκιοϲ sq. cf v. et v. ὑφιϲτάμενοϲ) [*](A(GITFSM))[*]( 5 τυπτόμενοϲ ἐπίβαλλε om. AIT Georg; περιϲϲόν ss M 15 μνημονεύω ] μνημονεύων A 16 ἥκοντεϲ S ἥκοντ’ rell. 25 ὅτι] ὅπερ G T 29 καταϲτροφή] καταφυγή Harp. Ba)

323
ἀντικαθεζομένων γὰρ ἀλλήλοιϲ τῶν ϲτρατοπέδων, νύκτωρ φυλάξαϲ τιϲ ὡϲ τὸν Φαβρίκιον ἀφικνεῖται δηλητηρίῳ φαρμάκῳ ἀνελεῖν τὸν Πύρρον ὑφιϲτάμενοϲ, ἤν τιϲ δοθείη πρὸϲ αὐτοῦ χρημάτων ὠφέλεια. ὃν ὁ Φαβρίκιοϲ ἀποϲτυγήϲαϲ τῆϲ ἐπιχειρήϲεωϲ ἀποπέμπει τῷ Πύρρῳ δέϲμιον. ἀγαϲθεὶϲ δὴ τὸ πραχθὲν ὁ Πύρροϲ ἀναβοῆϲαι λέγεται· οὗτόϲ ἐϲτι καὶ οὐκ ἄλλοϲ Φαβρίκιοϲ, ὃν δυϲχερέϲτερον ἄν τιϲ παρατρέψοι τῆϲ οἰκείαϲ ἀρετῆϲ ἡ τῆϲ ϲυνήθουϲ πορείαϲ τὸν ἥλιον.

3567 Ἀποϲυκάζειϲ. ϲυκοφαντεῖϲ, δοκιμάζειϲ. ἀποϲυκάζειν γὰρ τὸ [*](Ar) τὰ πέπειρα ϲῦκα διαλέγειν. διόπερ προϲέθηκε, πιέζων. ἐκθλίβοντεϲ γὰρ δοκιμάζομεν τὰ ϲῦκα, εἰ πέπειρά ἐϲτιν ἢ μή. ἐπεὶ τοίνυν ϲυκάζειν λέγεται καὶ τὸ ϲυκοφαντεῖν καὶ τὸ ϲῦκα κλέπτειν, ἅπαξ εἰπὼν τὸ ϲυκάζειϲ, ἐπήνεγκε τὸ πιέζων, ἅμα μὲν ὡϲ ἐπὶ ϲύκων, ἅμα δὲ ἐπεὶ καὶ αὐτὸϲ θλίβει τοὺϲ ϲυκοφαντουμένουϲ· καὶ πιέζει δωροδοκῶν καὶ διαϲείων τοὺϲ ὑπευθύνουϲ, τουτέϲτι τοὺϲ μὴ λογιϲμὸϲ προϲεϲχηκόταϲ τῆϲ ἀρχῆϲ, ἧϲ ἐπιϲτεύθηϲαν. ἐχρήϲατο οὖν τῆ λέξει, ἀφ’ οὗ καὶ ϲυκοφάντηϲ κέκληται. τὸ γὰρ παλαιὸν τίμια παρὰ τοῖϲ Ἀθηναίοιϲ ἦν τὰ ϲῦκα, καὶ εἴ τιϲ διεβλήθη κλέπτων ϲῦκα ἐκολάζετο. φαίνειν δὲ ἔλεγον καὶ τὸ κατηγορεῖν.

3568 Ἀτποϲυϲτῆϲαι: οὐδὲν πλέον τοῦ ϲυϲτῆϲαι ϲημαίνει.

[*](Σ)

3569 Ἀπόϲϲυτοϲ καὶ Ἀπέϲϲυτο· ϲεύω τὸ ὁρμῶ, καὶ ϲύω, ἀφ’ οὖ τὸ ϲῦμι, [*](Suid.) ὅθεν καὶ τὸ ἔϲϲυτο καὶ ἀπέϲϲυτο καὶ ἀπόϲϲυτοϲ.

3570 Ἀποϲφαλείϲ: παρατραπεὶϲ, ὀλιϲθήϲαϲ, τῆϲ εὐθείαϲ ἐκτραπείϲ.

3571 Ἀποϲφαλμήϲαϲ. ἀποπηδήϲαϲ, ἀποϲκιρτήϲαϲ. Πολύβιοϲ· ὁ δὲ ἵπποϲ ἀπὸ τῆϲ πληγῆϲ ἀποϲφαλμήϲαϲ ἐφέρετο ῥύδην διὰ τοῦ [*](E) μεταξὺ τόπου τοῦ ϲτρατοπέδου. ἢ ἀντὶ τοῦ ϲφαλείϲ. καὶ ἀλλαχοῦ· ὁ δὲ ἵπποϲ ὁ τοῦ Σκιπίωνοϲ ἐδυϲχρήϲτηϲε μὲν ἀπὸ τῆϲ πλῆγῆϲ, [*](E) οὐ μὴν ὁλοϲχερῶϲ ἐϲφάλμηϲε. διόπερ ὀρθὸϲ ἀπέπεϲεν ἐπὶ τὴν γῆν ὁ Σκιπίων. Πϲλύβιοϲ.

3572 Ἀπὸϲφείων: ἀφ’ ἑαυτῶν.

[*](Δ)

3573 Ἀποϲφήλωϲιϲ: ἡ ἀποτυχία.

[*](Δ)

3574 Ἀποϲφύδου καρτερεῖν.

[*](Σ)

3575 Ἀποϲχεδιάζειν: εἰκῇ καὶ παραχρῆμα λέγειν. καὶ Ἀποϲχεδιάϲαϲ, ϲυντομεύϲαϲ, ψευϲάμενοϲ. καὶ Ἀποϲχεδιάζουϲιν, [*](Δ +Σ.) ἀντὶ τοῦ ἐκ τοῦ παρατυχόντοϲ λέγουϲιν. καὶ μέντοι ὠμοτάτην κατὰ [*](x + Ε) [*](2567 sch. Ar. Eq. 259 3568 Ba 134, 11, Phryn. fr. 253 3571 vs. 24 ὁ— ϲτρατοπέδου Polyb. fr.18 vs. 26 ὁ sq Polyb. 35, 5, 2 3572 ═Ambr. 2416, H, sch. Δ 535 3573 ═ Ambr. 2546 3574 ═ Ba 134.12 3575 ἀποχεδιάϲαϲ, ϲυντομεύϲαϲ cf. H, Ambr. 2768; ψευϲάμενοϲ ═ Ba 134,23, Σα καὶ. μέντοι sq. Τh. Simoc. 1, 13,11—12) [*](3567 Ζ 271; φαίνειν sq. cf. v. φαίνω 3569 ex 3074 3571 Z 272 Pοlyb. 35, 5 cf. v. ὑπεραλγήϲ 3575 Z 272) [*](5 δή AM δέ F om. GIT cf. v. Φαβρίκιοϲ 12 δέ] δέ ὡϲ F 15 οὖν] A(GITFSM) δέ S, sch. 19 Ἀποϲυϲτῆϲαι] Ἀποϲτῆϲαι AS 3569 ex l (post 3567), M. 22 τῆϲ —ἐκτραπείϲ om. S εὐθείαϲ] ἐλευθερίαϲ F 26 ἐδυϲχρήϲτηϲε Port. ἐδυϲχρήτηϲε omnes 31 Ἀποϲφύδου] Ἀποϲφάδου G IT 32 Ἀποϲχεδιάζειν om GIT, non nov. gl. SM 33 ἀποϲχεδιάζουϲιν] ἀποϲχεδιάϲαϲιν Gl.)

324
τῶν αἰχμαλώτων ἀποϲχεδιάζουϲι ψῆφον καὶ πάνταϲ ἀνεῖλον ἄρρενάϲ τε καὶ θηλείαϲ· τοὺϲ δὲ παῖδαϲ διέϲῳζον διὰ τὸ ἄωρον τῆϲ ἡλικίαϲ.

[*](Δ +Σ)

3576 Ἀπόϲχῃ: αὐθυπότακτον. ἀντὶ τοῦ ἀποϲχέϲθαι ποιήϲειϲ.

[*](Σ)

3577 Ἀποϲχῆναι: ἀπενεχθῆναι.

[*](Synt.)

3578 Ἀποϲχίζω· γενικῇ. καὶ Ἀπόϲχω· γενικῇ.

[*](Σ)

3579 Ἀποϲχοινίϲαντεϲ: ἀποϲτερήϲαντεϲ.

[*](Σ)

3580 Ἀποταμιεύεται: ἀποκλείει.

[*](Harp.)

3581 Ἀπόταξιϲ: τὸ χωρὶϲ τετάχθαι τοὺϲ πρότερον ἀλλήλοιϲ ϲυντεταγμένουϲ εἰϲ τὸ ὑπηρετεῖν τὸν ὡριϲμένον φόρον. Ἀντιφῶν ἐν τῷ ὑπὲρ τοῦ Σαμοθρᾳκῶν φόρου.

[*](Synt.)

3582 Ἀποτάϲϲομαι· δοτικῇ.

[*](Σ)

3583 Ἀ ποταυρο ύμενοϲ: θραϲυνόμενοϲ.