Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

3444 Ἀπομόϲαι καὶ κατομόϲαι: τὸ μὲν ἀρνητικὸν, τὸ δὲ [*](Σ) καταφατικόν.

3445 Ἀπόμοιρα. μέροϲ. ἀπόμοιρα δὲ τῆϲ ϲτρατιᾶϲ ἀϲκοὺϲ ἐπίφερόμενοι [*](Δ) ϲποδιᾶϲ καὶ τέφραϲ πεπληρωμένουϲ, ξιφιδίοιϲ τούτουϲ διέρρηξαν [*](Ε) καὶ τὸν ἀέρα ἐθόλωϲαν. καὶ Ἀγαθίαϲ· ἀπόμοιρα δὲ ἦν τῶν [*](Ε) Φράγκων, καὶ ἀνὰ τὰ τῇδε πεδία ἐφοίτα χιλοῦ ἕνεκα.

3446 Ἀπομυρίζω. ἀποϲτομίζω.

3447 Ἀπόν: ἀπρεπέϲ. ϲημαίνει καὶ τὸ μὴ παρόν.

[*](ΕΔ)

3448 Ἀπὸ Νναννάκου: ἐπὶ τῶν ϲφόδρα παλαιῶν καὶ ἀρχαίων.

[*](Prov.)

3449 Ἀπόναϲθαι: κατατρυφᾶν, ἢ ὠφελεῖϲθαι. οὐ μὴν ἀπόναϲθαί [*](Σ) γε ξυνέβη τῆϲ βαϲιλείαϲ αὐτῷ· τελευτᾷ γὰρ νόϲῳ ἑπτὰ ταῖϲ πάϲαιϲ [*](Ε) ἡμέραιϲ.

3450 Ἀπονέμου τῆϲ ἁμάξηϲ, τῶν δὲ ὅ νων οὐδὲν μέλει: [*](Prov.) παροιμία ἐπὶ τῶν τὰ οἰκεῖα τημελούντων, τῶν δὲ ἀλλοτρίων ἀμελούντων· παρόϲον οἱ ἰδίαν ἔχοντεϲ ἅμαξαν, ὄνουϲ δὲ μιϲθούμενοι, ἀμελοῦϲιν αὐτῶν.

3451 Ἀπὀνεύειν: ἐκκλίνειν, τρέπεϲθαι. ϲυνέβαινε τοὺϲ Αἰνίουϲ πάλαι μὲν ϲταϲιάζειν, προϲφάτωϲ δὲ ἀπονεύειν, τοὺϲ μὲν πρὸϲ Εὐμένη, [*](Ε) τοὺϲ δὲ πρὸϲ Μακεδονίαν.

3452 Ἀπόνειμαι: ἀπόδοϲ. ἀπόνεμε δέ.

[*](Σ)

3453 Ἀπονέμω· δοτικῇ.

[*](Synt.)

3454 Ἀπονητί: ἄνευ πόνου. Ἀπνευϲτὶ, ἀνιδρωτὶ, ἀκμητὶ, [*](Δ) ἀμεταϲτρεπτί· πάντα ταῦτα καὶ ἐκτείνεται καὶ ϲυϲτέλλεται. λέγεται [*](Σ) δὲ καὶ Ἀπονητότατα.

[*](Δ)[*](3440 ═ Synt. Laur. 3441 ═ Synt. Laur. 3442 — πεποίηκα sch Ar. Lys. 903; ἀπομωμοκόταϲ sq. Ar. Av. 705 — 6 c. sch. 3443 ═ Ba128, 30, Σ 3444 Ba 129,18 3445 μέροϲ cf. Η ἀπόμοιρα sec. —ἐθόλωϲαν ad fragm. in v. κονιορτόϲ (et in v. αἰθάλη) rett. Bhd. Ἀγαθίαϲ sq. 1, 17, p. 51 3446 cf. Ambr.2826.2829 3447 — ἀπρεπέϲ Ba129,20, 3448 ═ Paroem. ed. Gaf 13, n 140 3449 — ὠφελεῖϲθαι ═ Ba129.21, Σs; — κατατρυφᾶν H; ὠφελεῖϲθαι cf. Ambr. 2767 οὐ sq. Aelian. fr.236 3450 Philol. Suppl.6,259, n 200 3451 ϲυνέβαινε sq. Polyb. 22, 6. 7 s452 ἀπόδοϲ ═ Σa, Ba129,23 3453 ═ Synt. Gud. 3454 πόνου ═Ambr. 2880 ἀπνευϲτί—ϲυϲτέλλεται Ba 129,25; ἀνιδρωτί, ἀκμητί ═Σᵃ)[*](1442 Z 268; Ar. cf.. v. διεμήριϲαν et v. τέρμα 3448 hinc v. Nάννακοϲ 3452 Z 268 3454 hinc 909 fin., 1560 fin., 2455)[*](3 γυναῖκαϲ] τὰϲ γ. M 15 καί] δὲ καί A 24 Αἰνίουϲ] ἐθνικόν ss. l, A(GITFSM) mg M 27 ἀπόνεμε δὲ ex l (post l.). 28 Ἀπονέμω lM καὶ Ἀ. mg. ad 3454 A 31 ἀπονητότατα] ἀπονητότατοϲ FS)
312
[*](Ar.)

3455 Ἀπόνιπτρον· Ἀριϲτοφάνηϲ· ὥϲπερ ἀπόνιπτρον ἐκχέοντεϲ ἑϲπέραϲ. εἰώθαϲι δὲ οἱ ἀρχαῖοι, εἴ ποτε ἐκχέοιτο ἀπόνιπτρον ἀπὸ τῶν θυρίδων, ἵνα μή τιϲ βραχῆ λέγειν τῶν παριόντων, ἐξίτω. καὶ [*](Σ) Ἀπονίψαϲθαι μετὰ τὸ δεῖπνον ἔλεγον, πρὸ τοῦ δείπνου δὲ κατὰ χειρόϲ.

[*](Harp.)

3456 Ἀπονομή: ἡ ἀπόμοιρα, ὡϲ μέροϲ τι τῶν περιγινομένων ἐκ τῶν μετάλλων λαμβανούϲηϲ τῆϲ πόλεωϲ. ἢ ὡϲ διαιρουμένων εἰϲ πλείουϲ μιϲθωτάϲ, ἵν’ ἕκαϲτοϲ λάβοι τι μέροϲ.

[*](Σ)

3457 Ἀπονοϲτήϲει: ἐπανελεύϲεται.

[*](Σ)

3458 Ἀπονοϲφίζεϲθαι. ἀποχωρίζεϲθαι.

[*](Ar.)

3459 Ἀπ’ ὅνου καταπεϲών: παροιμία ἀπὸ τῶν ἱππικῇ ἐπιχειρούντων, μὴ δυναμένων δὲ μηδὲ ὄνοιϲ χρῆϲθαι. Ἀριϲτοφάνηϲ Nεφέλαιϲ· τί δῆτα ληρεῖϲ, ὥϲπερ ἀπ’ ὄνου καταπεϲών; ὁ δὲ φιλόϲοφοϲ Πλάτων οὐκ ἀπὸ τοῦ ζῴου τὴν παροιμίαν λέγεϲθαι, ἀλλ’ ἀπὸ τοῦ νοῦ οὕτωϲ· καὶ μὴ καθάπερ ἀχάλινον κεκτημένον τὸ ϲτόμα, βίᾳ ὑπὸ τοῦ λόγου φερόμενον κατὰ τὴν παροιμίαν ἀπό τινοϲ νοῦ καταπεϲεῖν.

[*](Σ)

3460 Ἀπόνοια. ἄνοια, ὕβριϲ. Προκόπιοϲ· ἀδικούμενοι εἰώθαϲιν [*](Ε) εἰϲ ἀπόνοιαν τρέπεϲθαι οἱ ἄνθρωποι, ὅπερ ἔπαθον καὶ οἱ Βένετοι ἐπὶ Ἰουϲτινιανοῦ. καὶ πρῶτα μὲν τοῖϲ ϲταϲιώταιϲ τὰ ἀμφὶ τὴν κόμην ἐϲ νεώτερόν τινα παραβέβληται τρόπον. ἀπεκείροντο γὰρ αὐτὴν οὐδὲν ὁμοίωϲ τοῖϲ ἄλλοιϲ. τοῦ μὲν γὰρ μύϲτακοϲ καὶ τοῦ γενείου οὐδαμῆ ἥπτοντο, ἀλλ’ αὐτὸν κατακομᾶν ἐπὶ πλεῖϲτον ὥϲπερ οἱ Πέρϲαι ἐϲ ἀεὶ ἤθελον. τῶν δὲ ἐν τῇ κεφαλῇ τριχῶν τὰ ἔμπροϲθεν ἄχρι ἐϲ τοὺϲ κροτάφουϲ ἀποτεμνόμενοι, τὰ ὄπιϲθεν ἀποκρέμαϲθαί ϲφιϲιν ἐπὶ μακρό τατον λόγῳ οὐδενὶ εἴων, ὡϲ οἱ Μαϲϲαγέται. διὸ καὶ Οὐννικὸν ἐκαλεῖτο τὸ αὐτὸ εἶδοϲ. καὶ τὰ ἱμάτια εὐπάρυφα ἠξίουν εἶναι. καὶ αὖθιϲ Ἰουλιανόϲ· τὸ μὴ προιδέϲθαι τό τε δυνατὸν καὶ τὸ ἀδύνατον ἐν πράγμαϲι τῆϲ ἐϲχάτηϲ ἀπονοίαϲ ἐϲτὶ ϲημεῖον.

[*](Ar.)

3461 Ἀπονυχιῶ ϲου τἀν πρυτάνῃ ϲιτία. ἀντὶ τοῦ ἀφαιρήϲομαι· ἀπὸ μεταφορᾶϲ τῶν ὀνυχιζομένων. ἀφαιρήϲομαι γάρ φηϲι τὴν [*](Σ) ϲίτηϲιν. Ἀπονυχίϲαι μᾶλλον λέγουϲιν ἢ ὀνυχίϲαι.

[*](Σ)

3462 Ἀποξένοιϲιν: ἀπὸ τοῖϲ ξένοιϲ.

[*](3455 — ἐξίτω Ar. Ach. 616 c. sch ἀπονίψαϲθαι sq. ═ Ba 130,4 cf. sch Ar. Vsp.1216, Arist. Byz. ap. Ath. 9, 408f 3456 Harp. ═Ba 129, 29 2457 Ba129,28, Σ cf B 3458 ═ Ba130. 6, Σa, H 3459 Ar. Nu 1273 c. sch. cf. Philol. Suppl. 6, 280, n. 4; 259, n. 201 καὶ μὴ sq. Pl. Leg. 701c 3460 ὕβριϲ ═Ba129.27. Σ ἀδικούμενοι —vs 26 εἷναι Proc.h.a. 7,5, 8 — 11 τὸ μὴ sq. lul. ep. fr 165a 3461 Ar. Eq. 702 c. sch. cf. Philol. Suppl. 6, 259, n. 203 ἀπονυχίϲαι sq. Ba 130. 7 3462 Ba130, 9, Σ)[*](3459 cf v. ληρεῖϲ 3460 Z 244 Proc. hinc v. γενείαϲ; cf. v. εὐπάρυφα 3461 hinc v. ὀνυχίζεται; Z 268)[*](A(GITFSMB))[*]( 3 λέγειν post παριόντων coll Kust. cf. sch. ἐξίτω] ἐξίϲτω Ar. Ach. 617, sch 11 ἀπό] ἐπί IS 12 μηδέ] μὴ F om. S 14 οὐκ] ὡϲ κ’ M ὡϲ οὐκ B 23 ἄχρι] ἄχριϲ M cf Proc 27 προιδέϲθαι AF προειδέϲθαι rell. 28 πρυτάνῃ πρυτανείῳ Ar. Must cf. v. ὀνυχίζεται 30 ἀπό] ἐκ SM)
313

3463 Ἀποξύονται: ἀποτίθενται.

[*](Σ)