Suidae lexicon
Suda
Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935
242 Ἁγιϲτείαϲ: ἁγιωϲύνηϲ, καθαρότητοϲ, λατρείαϲ.
[*](Σ)243 Ἀγκαλίδα: μερίδα.
[*](Σ)244 Ἀγκάϲαϲθαι: ταῖϲ ἀγκάλαιϲ βαϲτάϲαι.
[*](Call.)245 Ἄγκεϲι: ϲυνδένδροιϲ καὶ ὑλώδεϲι τόποιϲ. ἐν Ἐπιγράμμαϲι· θηροβολεῖ τούτῳ δ᾿ ἄγκεϲι θηροτόκοιϲ.
[*](Anth.)246 Ἄγκεινθ᾿ Ἡφαίϲτοιο: ἀντὶ τοῦ ἀνάκεινται.
[*](Suid.)247 Ἀγκιϲτρεύει: δελεάζει.
[*](Σ)248 Ἄγκοϲ: ὑψηλὸϲ τοῦ ὄρουϲ τόποϲ. ποϲὶ δ᾿ αὖ ἐλθεῖν ἄγκοϲ ἐϲ [*](Call.) ὑψικάρηνον ἐδίζετο.
249 Ἀγκών· ἐν τῇ βαϲιλικῇ αὐλῇ τοῦ Γελίμεροϲ οἴκημα ἦν ϲκότουϲ [*](Ε) ἀνάπλεων, ὃ δὴ Ἀγκῶνα ἐκάλουν οἱ Καρχηδόνιοι· ἔνθα ἐνεβάλλοντο ἅπαντεϲ οἷϲ ἂν χαλεπαίνοι ὁ τύραννοϲ. ἐνταῦθα ἐπὶ Βελιϲαρίου πολλοὶ καθειργμένοι ἐτύγχανον τῶν ἑῴων ἐμπόρων, οὓϲ μέλλονταϲ κατ᾿ ἐκεῖνο καιροῦ ἀναιρεῖϲθαι ὑπὸ τοῦ τυράννου ὁ φύλαξ τοῦ δεϲμωτηρίου ἀπέλυϲε. καὶ διετίθει τὰϲ μηχανὰϲ ᾗ μάλιϲτα ἐδόκει καίριον, [*](Ε.) [*](238 θῦϲον—ϲου Ps. 49, 14 ἐδίψηϲεν sq. Ps. 41, 3 239 — Ἄγιδοϲ ═ Ambr. 164 Παυϲανίου sq. Paus. Per. 8. 8, 7—8 240 ἁγίϲαι + τὸ καρπῶϲαι ═ Ba 13, 3 ἁγίζω sq. cf Ambr. 362 241 P, Ba 11, 14, 16 242 ═ P, ═ 11, 13, Σa, sch. Pl. Ax. 371 d 243 P, Ba 11, 17, Σ cf. H 244 sch. ad Call. fr. 73 K. an. 331 S. 245 — τόποιϲ cf. sch. Σ 321 θηροβολεῖ sq. Anth 6, 186, 4 247 ═ P, Ba 12, 15 cf H 248 Call. fr. 111 K. an. 1 S. (═Babr. Myth. fr. 14) c. sch. 249 ἀπέλυϲε Proc. bell. 3, 20, 4—7) [*](239 hinc v πλίνθοϲ 2 240 Z 36 246 ex v. ῥαιϲτήρ 249 Proc. Z 17) [*](2 ἀπόδοϲ] ἀπόδωϲ AI 6 ἅγιοϲ A Zon. ἅγιοϲ ἅγιοϲ ὁ θεόϲ S ἅγιοϲ ἀθάνατοϲ A(GITSMB) GITM 9 Μαντινεικήν A cf. v. πλίνθοϲ et Paus. Μαντινιακήν S Μαντινιεακήν Μαντινείαν GT 13 ὑπὸ] ἀπό A utrob. 246 om. S mg. A. 24 ἄγκεινθ᾿] ἄγκειθ᾿ M cf. s. v. ῥαιϲτήρ Ἡφαίϲτοιο] Ἡφαίϲτῳ M, v ῥαιϲτήρ ἀνάκεινται] ἀνάκειται M, cf. v. ῥαιϲτήρ 31 μέλλονταϲ] μέλλον τούϲ A.)
250 Ἀγκράτοϲ ἐλαύνοντα: Ξενοφῶν, ἀντὶ τοῦ πάνυ ἐλαύνοντα.
251 Ἀγκύλη: εἶδοϲ ἀκοντίου. καὶ Ἠγκυλωμένοϲ, ἀγκύλην ἔχων. ϲημαίνει δὲ καὶ ἔργον τι τῆϲ ϲκηνῆϲ τοῦ Μωϋϲέοϲ.
252 Ἀγκύλια: οἱ κρίκοι τῶν ἁλύϲεων.
254 Ἀγκύλον: καμπύλον, ἐπικαμπέϲ.
255 Ἀγκυλοχείληϲ καὶ Ἀγκυλόχειλοϲ: ϲκολιόχειλοϲ, ἐπίθετον [*](Σ) τοῦ ἀετοῦ, ἐπικαμπεῖϲ τὰϲ χηλὰϲ ἔχων. ἐπὶ δὲ Κλέωνοϲ, ἀγκύλαϲ τὰϲ χεῖραϲ ἔχων πρὸϲ τὸ κλέπτειν καὶ ἁρπάζειν.
256 Ἄγκυρα πλοίου· ζήτει ἐν τῷ ἐμβρύοικοϲ.
257 Ἄγκυρα: πόλιϲ ζήτει ἐν τῷ Γαλάται.
258 Ἄγκυραν· ὅτι Ἀνάχαρϲιϲ Σκύθηϲ φιλόϲοφοϲ εὖρεν ἄγκυραν καὶ τὸν κεραμεικὸν τροχόν. ἦν δὲ ἐπὶ Κροίϲου.
259 Ἀγκυρανῶν πόλιϲ· ὅτι οἱ νῦν Ἀγκυρανοὶ Ἑλληνογαλάται πάλαι ἐλέγοντο
260 Ἀγκυρηβόλίον: τὸ ϲιδήριον τοῦ πλοίου.
261 Ἀγκύριϲμα: εἶδοϲ παλαίϲματοϲ. καὶ Ἀγκυρίϲαϲ, ἀντὶ τοῦ καταπαλαίϲαϲ ἢ τῇ ἀγκύλῃ καταβαλών. ἐϲτι δὲ ἀγκύριϲμα καὶ ϲκεῦοϲ [*](249 vs. 2 ἀγκῶνεϲ—ϲημαίνει Artem. 1, 74 vs. 6 ἀγκῶναϲ—κακὴν Soph. Ai. 805—6 c. sch ἀγκῶνι ἀπομυϲϲόμενοϲ Philol. Suppl. 6, 257, n. 11 Βίων—ταριχέμπορον Laert. 4, 46 250 ═ Σa v. ἀνακράτωϲ cf Ba 23, 7 ═ P Χen. An. 1, 8, 1; Eq. 8, 10 251 — ἔχων sch. Ar. Av. 1180 cf. sch. Eq. 262 252 ═ P, Ba 12, 16, Σa 253 — ἀγκυλομήτεω cf. Ambr. 161 ἀγκυλομῆται. sq ═ P, Ba 12, 17, Σa 254 P, Ba 12, 18, Σa cf. Ambr. 308 255 Ἀγκυλοχείληϲ + ἐπίθετον sq. sch. Ar. Eq. 197; ἀγκυλόχειλοϲ, ϲκολιόχειλοϲ ═ P, Ba 12, 19, Σ 257 — πόλιϲ ═ Ambr. 275 260 cf. Ambr. 321 261 Ar. Eq. 262—3 c. sch.) [*](249 Artem. hinc v. ὄνειροι 250 cf. 2543; Z 38 251 Z 26 252 Z 32 258 ex 2130 259 cf. v. ϲτεφανικὸν τέλεϲμα 260—1 Z 32) [*](A(GITSMB))[*]( 2 προϲπηϲϲόμενα AT Artem. προϲπτηϲϲόμενα GIM 4 οὐ δυνατὸν TB ἴϲωϲ οὐ δύνατον IM ss. ἀνὰ τόν GM ἀναιτόν A ἀδύνατον Gsf. ἀντίον GITM ἀντί A 7 δὲ ϲπείρουϲιν AGIT δ᾿ ἑϲπέρουϲ MB Soph. 8 ἀπομυϲϲόμενοϲ A Prov. ἀπομυϲϲόμενοι GIT ἀπομαϲϲόμενοι S 10 ζήτει—ἀγκών om. AS 12 Ἄγκρατοϲ ASMac Ἄνκρατοϲ GITMec 256 ex A ms. 257 om. S mg. A post 253 GITM 23 ζήτει—Γαλάται om. GIT Γαλάται ego γα A γαλυϲμι M 258 om. GS mg. A 259 om. S: Ἀγκυρανῶν πόλιϲ post 253 A(GIT), ὅτι— ἐλέγοντο post 255 A 26 Ἀγκυρανῶν πόλιϲ AM ἡ τῶν Ἀγκυρανῶν GIT 27 ϲιδήριον A ϲίδηρον rell.)