Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

1803 Ἀναβεβαμένοι: ἀντὶ τοῦ ἀναβάτην ἔχοντεϲ. οὕτωϲ Ξενοφῶν.

[*](Σ)

1804 Ἀναβιβάζω· αἰτιατικῇ.

[*](Synt.)

1805 Ἀναβιβῶναι: ἀντὶ τοῦ ἀναβιβάϲομαι. Ἀμειψίαϲ.

1806 Ἀναβιῶναι: ἀναζῆϲαι. ἤδῃ δέ τινέϲ φαϲιν, ὡϲ τοϲοῦτον [*](Σ + Ε) ἄρα τὸν Αἴϲωπον θεοφιλῆ γενέϲθαι, ὡϲ καὶ ἀναβιῶναι αὐτὸν, καθάπερ οὖν τὸν Τυνδάρεων καὶ τὸν Ἡρακλέα καὶ τὸν Γλαῦκον. καὶ Πλάτων [*](Ar.) των φηϲὶν ὁ κωμικόϲ· καὶ νῦν ὄμοϲόν μοι μὴ τεθνάναι τὸ ϲῶμα ἐγώ· ψυχὴ δ᾿ ἀπὸ νίκηϲ ὥϲπερ Αἰϲώπου ποτέ.

1807 Ἀναβιώϲκεϲθαι: ἀναζῆν.

[*](Σ)[*](1796 ἀναβάδην καθῆϲθαι sq. ═ P cf. H 1797 Thdr. in Ps 119, 1, PG 80, 1876a 1798 αἰτιατικῇ Synt. Laur., An. Ox. 4, 27 8, 5, 279, 14 ἀντί —καθίϲτηϲιν Harp. ═ P ἀναβάλλεϲθαι sq. P 1799 ὑπερτιθέμενοϲ cf. Bk. 208, 8 ἀναβαλόμενοϲ alt.— ὕμνον Philostr. 4, 39 (falso Dam. fr.25 cf. Byz. Zt. 19, 279) ἀναβολἀϲ, τὰ προοίμια sch. Ar. Av. 1383 ἀναβάλλομαι sq. ═ Synt. Gud. 1800 ═ P 1801 καταβάϲειϲ Artem. 4, 28 ἀναβάϲειϲ καρδίαϲ sq. Thdr. in Ps. 83, 6, PG 80, 1541 a 1802 Ar. Eq 148 —9 c. sch. 1803 P, Phryn. fr. 177; Xen. Hipparch. 14 1804 Synt. Laur. et Gud. 1805 P; Ameips. fr. 30 (1, 677 K.) 1805 ἀναζῆϲαι cf. ad 1807 ἤδη—Γλαῦκον Aelian. fr. 203 καὶ Πλάτων sq. sch. Ar. Av. 471; Pl. com. fr. 68 1807 P, Ba 82, 8, Σᵃ, H.)[*](1797 Z 166 1798 —1800 Z 194 sq. 1799 ἀναβολάϲ cf. 1810 1801 Z 178 1802 — 3 Z 195 1805 Z 195 1806 Aelian. hinc v. Αἴϲωποϲ 1807 Z 195 cf. 2211)[*](1 τραγῳδίαν GITF τραγωδίαϲ SM cp. A 5 αἰτιατικῇ ex A, ad ἀναβάλλεϲθαι A(GITFSM) ss. I 8 αἰτιατικῇ ex A, ss l 8 ἀναβαλόμενοϲ alt.] ἀναβαλλόμενοϲ A. cf. Philostr. 10 καὶ —αἰτιατικῇ ex Al καί om. I 15 λογεῖον] λόγιον AS 17 ἀναβαίνειν om. AF Zon τό] τοῦ A 17 ἤθουϲ] ἔθουϲ M 25 ὄμοϲον] ὤμοϲον FM ἐγώ] ἄν S)
162
[*](Σ)

1808 Ἀναβλυϲτωνῆϲαι: τὸ ἀναβλύϲαι. Εὔπολιϲ Δήμοιϲ. πάντο [*](Δ) τὰ τοιαῦτα οἱ κωμικοὶ ποιοῦϲι παρόντεϲ. καὶ Ἀναβλυϲτωνῆϲαι. ἀναβλαϲτῆϲαι.

[*](Σ)

1809 Ἀναβοθεύουϲιν: ἀναμοχλεύουϲιν.

[*](Ar.)

1810 Ἀναβολάϲ: τὰ προοίμια. καινὰϲ ἀναβολὰϲ θέλω λαβεῖν. ἢ τὰϲ ἀρχὰϲ τῶν ᾀϲμάτων. Ὅμηροϲ· ἤτοι ὁ φορμίων ἀνεβάλλετο καλὸν ἀείδειν. καὶ Ἀριϲτοφάνηϲ· ξυνελέγοντ᾿ ἀναβολὰϲ ποτώμεναι. περὶ ψυχῶν λέγων διθυραμβοδιδαϲκάλων.

[*](Δ)

1811 Ἀναβολεύϲ: ὁ ἐπὶ τὸν ἵππον ἀνάγων. ὁ δὲ βαϲιλεὺϲ τὸν [*](E) ἀναβολέα προϲκαλεϲάμενοϲ καὶ ταχέωϲ ἀναβὰϲ ἐπὶ τὸν ἵππον ᾔτηϲε πιεῖν καὶ ἀκράτου ϲπαϲάμενοϲ πλεονάκιϲ ἐνέφαινεν ὡϲ εἰϲ τοὔμπροϲθεν προάξων. Ἀναβολεὺϲ καὶ ἡ παρὰ Ῥωμαίοιϲ λεγομένη [*](EV) ϲκάλα. καὶ αὖθιϲ· ὁ δὲ Μαϲϲία γηράϲαϲ ἵππου χωρὶϲ ἀναβολέωϲ ἐπέβαινεν.

[*](Δ)

1812 Ἀναβολή: ἀνοχή. Αἰλιανόϲ· Λοξίαϲ δὲ καὶ Ζεὺϲ πατὴρ [*](E) ἀναβολὴν θανάτου ἐψηφίϲαντο Φαλάριδι ἔτη δύο, ἀνθ᾿ ὧν ἡμέρωϲ Χαρίτωνι καὶ Μελανίππῳ προϲηνέχθη.

[*](Σ)

1813 Ἀναβράϲϲουϲιν: ἀναδιδοῦϲιν.

[*](Ar.)

1814 Ἀνάβραϲτα: ἑψημένα, ζεϲτά. Ἀριϲτοφάνηϲ Βατράχοιϲ· καὶ κρέα γε πρὸϲ τούτοιϲ ἀνάβραϲτ᾿ εἴκοϲιν.

[*](Δ)

1815 Ἀναβρυχόμενοϲ. ἀλλ᾿ ἦϲαν παραπλήϲιοι ϲυγκαθήμενοί τε καὶ ἀναβρυχόμενοι τὸ πάθοϲ τοῖϲ ἐπὶ θέᾳ κυνηγεϲίων κατακεκλειϲμένοι. θηρίοιϲ, ὧν ὁ μὲν θυμὸϲ φλογώδηϲ καὶ τραχὺϲ, ὑφ᾿ ὧν πάϲχουϲιν, ἡ δὲ ἐνέργεια τῷ κατέχοντι τῆϲ βίαϲ ἀϲθενεϲτέρα.

[*](Σ)

1816 Ἀναγαγών: ἀντὶ τοῦ ἀπαγαγών. Ξενοφῶν.

1817 Ἀναγαλλίϲ, ἡ Κερκυραία γραμματικὴ, ἥτιϲ τὴν τῆϲ ϲφαίρα. εὕρεϲιν Ναυϲικάᾳ τῇ Ἀλκινόου θυγατρὶ ἀνατίθηϲιν.

[*](Δ?)

1818 Ἀναγάϲτηϲ: ὄνομα κύριον. ζήτει ἐν τῷ ὑποϲτάϲ.

[*](1808 παρόντεϲ ═ P cf. Lex. Rhet. fr. 354 Schwabe ap. Eust. l. 1095, 8 Eup. fr. 105 ἀναβλυϲτωνῆϲαι alt. sq. cf. Ambr. 2210 1809 ═ P, Ba 82, 10, Σ 1810 λαβεῖν Ar. Av. 1383 c. sch. ἢ sq. Ar. Pac. 830 c. sch.; ἤτοι —ἀείδειν α 155 1811 ὁ δὲ βαϲιλεύϲ sq. App. Pun. 106 ═ EV 2, 229, 23 1812 Λοξίαϲ sq Aelian. (fr. 46 Didot) ═ Euseb. praep. ev. 5, 35 1813 ═ P, Σ 1814 — ζεϲτά sch. Ar Ran. 549; καί sq. Ar. Ran. 553 1815 ἀλλ᾿ sq. fort. lulian. 1816 ═ P Xen. Cyr. 7, 1, 45 1817 Ath. 1 p. 14 d)[*](1808— 9 Z 195 1810 — προοίμια cf. 1799; τὰϲ ἀρχάϲ cf. 2208; Z 178 1811 Z 166 cf. v. ϲπαϲάμενοϲ App. cf. v. Μαϲανάϲϲηϲ 1 1812 Z 178; Aelian. cf. v. Φάλαριϲ 1814 Z 187 18166 Z 196 1817 hinc v. ὄρχηϲι et v. ϲφαῖρα)[*](A(GITFSM))[*]( 9 τὸν ἵππον] τῶν ἵππων SM 11 πιεῖν] ποιεῖν Al 13 Μαϲϲία] Μαϲι α A. Μαϲϲίαϲ S Μαϲανάϲϲηϲ Exc. et v. cf. 2080, v. θύον, v. ἐπικρίτηϲ 16 ἀνθ᾿] καὶ ἀνθ᾿ FS 17 προϲηνέχθη] καὶ ἀναβολαὶ τὰ προοίμια add. A 20 γε] τε GIT 21 ϲυγκαθήμενοι] καθήμενοι SM 22 ἀναβρυχόμενοι] ἀναβρυχώμενοι GT ac M ec 24 ἐνέργεια] ἐνέργειαν A τῆϲ βίαϲ] τῇ βίᾳ GIT)
163

1819 Ἀνάγαιον: τὸ οἴκημα. Ἀνάγαιον καὶ κατάγαιον διὰ διφθόγγου [*](Δ) καὶ ο μικροῦ. καὶ ζήτει ἐν τῷ ἀνώγεων ϲαφέϲτερον.

[*](Suid.)

1820 Ἀναγγελήϲεται: διηγηθήϲεται.

1821 Ἀνάγγελον: μηδὲ ἄγγελον καταλειφθῆναι. ἔνθα μάχην [*](Anth.) ἔτλημεν ἀνάγγελον, ἄλλοϲ ἐπ᾿ ἄλλον πίπτοντεϲ. καὶ Ἀναγγέλλω· [*](Synt.) δοτικῇ.

1822 Ἀνάγεϲθαι: τὸ ἐκ Βυζαντίου ἀπαίρειν. Προκόπιοϲ· οὐ γὰρ [*](Ε) θέμιϲ τινὰ ἐκ Βυζαντίου ἀνάγεϲθαι πρὸϲ τῶν ἀνδρῶν. καὶ Ἀνάγειν, [*](Harp.) τὸ μηνύειν τὸν πεπρακότα καὶ ἐπ᾿ ἐκεῖνον ἰέναι. οὕτωϲ Λυϲίαϲ καὶ Δείναρχοϲ.