Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

142 Ἀγαμή δ ηϲ: ὄνομα κύριον. καὶ θηλυκὸν Ἀγαμήδη.

[*](Δ)

143 Ἄγαν ἐγκεῖϲθαι τῷδε. οἷον αἰτιᾶϲθαι καὶ ἀποτείνεϲθαι.

[*](Σ)

144 Ἀγάννιφον: Ὅμηροϲ, τὸ ὄροϲ τὸ λίαν χιονιζόμενον.

[*](Σ)

145 Ἄγανον: προπαροξυτόνωϲ τὸ κατεαγὸϲ ξύλον. ἢ τὸ φρυγανῶδεϲ [*](Σ Etym.) καὶ ἕτοιμον πρὸϲ τὸ κατεαγῆναι. οἱ δὲ τὸ ἀπελέκητον. Ἀγανὸν δὲ [*](Σ + Ar.) ὀξυτόνωϲ καλὸν. ἢ ἀγαθὸν ἢ ἱλαρὸν, οἱ δὲ ἀθάνατον. ἔνθεν καὶ. ἀγανοφροϲύνη. καὶ Ἀγαν οῦμεν, ἀντὶ τοῦ κοϲμήϲομεν. καὶ [*](Ar.) αὖθιϲ· ὡϲ ἄν τοι ῥείῃ μὲν ἀγανὸϲ Ἀτθίδι δέλτῳ κηρὸϲ, ὑπὸ ϲτεφάνοιϲ [*](Anth) δ’ αἰὲν ἔχοιϲ πλοκάμουϲ.

146 Ἀγαν όφρονοϲ: τό τε τῆϲ ἀγανόφρονοϲ ἡϲυχίαϲ εὐήμερον [*](Αr.) πρόϲωπον. τῆϲ πράου καὶ προϲηνοῦϲ.

147 Ἀγανοφροϲύνη: προϲήνεια, πραότηϲ.

[*](Σ)

148 Ἀγαν ώπιδοϲ: πραέα βλεπούϲηϲ.

[*](Σ)

149 Ἀ γανώ τερον: ποθεινότερον, πραότερον.

[*](Ar.)

150 Ἀγαπᾶν: ἀποδέχεϲθαι. Ἀγαπᾶν· τὸ ἀρκεῖϲθαί τινι καὶ μηδὲν [*](Σ) πλέον ἐπιζητεῖν. ἐξ οὐ καὶ τὸ ἀγαπῴην ἄν.

151 Ἀ γαπήνοροϲ: τὴν ἀνδρείαν ἀγαπῶντοϲ.

[*](Hom.)[*](137 ═ P, Βa 7, 2 138 θαυμάζω fort. sch. Ar Ach. 489 cf. Tim . ἐπεί — οὔτε ἄγαμαι Aelian. fr. 122 ἐγώ sq. Philostr. 4, 23 139 e Synt. Gud p. 587 ; οἶμαι — ἀγαϲθῆναι lsocr 4, 84 140 Ambr 185, 223, 239, 279 141 θαυμάζων ═ P, Σc, cf. H ἀγάμενοι sq. Th Simoc 2, 6, 4 142 ═ Ambr. 174 et 271 143 ═ P, Ba 19,19 (Phryn. fr. 46) 114 Ὅμηροϲ Α 420, Σ 186 λίαν sq. ═P, Ba 7, 6, B 145 ξύλον + vs.18. 19 ἀγανὸν —καλόν ═ Lex rhet. fr. 34 ex Eust l. 200, 1 cf. P, Ba 20, 3, 5 τὸ φρυγανῶδεϲ —κατεαγῆναι ═Ζon. 32. φρυγανῶδεϲ, ἱλαρόν cf. Philop. diff. τὸ ἀπελέκητον ═ P καλόν —ἀγανοφροϲύνη sch. Ar. Vesp. 1467 ἀγανοῦμεν —κοϲμήϲομεν cf sch. Ar. P ac. 398 ὡϲ sq. Auth. 7, 36, 5 146 Ar. Av.1321 c. sch.: cf. Ambr. 159 147 P, Ba 7. 7, cf. H, sch. Ω 772 148 P, Βa 7, 8 cf. Η 149 sch. Ar. Lys. 886 150 ἐπιζητεῖν Ba 7,18, P 151 cf. sch. 0 392 Ap. S. 8, 9 cf. 4, 4. Apion. Et. M. 6. 14, Ambr. 133)[*](138 — θαυμάζω Z 34; Philostr. cf. 805 141 Z 34 142 Z 14 144 Z 14, 32 151 Z 14)[*](3 τοῦ om. A 139 om S mg. A l M 10 καί pr. om. S Md 14 θηλυκόν] A(GITSM) θηλυκῶϲ GI 17 ἤ —κατεαγῆναι om. A SΜ 21 δέλτῳ] διαλέκτῳ GΙ 28 ἀγαπᾶν sec. nov. pl. S M Phot. τό om. SM 29 ἐξ —Gν om. SΜ mg. AI)
20
[*](Σ)

152 Ἀγαπηϲμόϲ: ἀγαπηϲμὸν λέγουϲι καὶ ἀγάπηϲιν τὴν φιλοφρόνηϲιν. Συναριϲτώϲαιϲ Μένανδροϲ· καὶ τὸν ἐπὶ κακῷ γινόμενον ἀλλήλων ἀγαπηϲμὸν οἷοϲ ἦν.

[*](Σ)

153 Ἀγαπητὰ ἤθη: τὰ καλὰ καὶ ἀγαθά.

[*](Σ)

154 Ἀγαπητόν: τὸ ἠγαπημένον ἢ τὸ μονογενέϲ. καὶ Ἀγαπητῶϲ. [*](Ε) οὕτω δὲ ἄρα πολὺ τὸ ἀνόητον ἐν τοῖϲ ἡγεμόϲιν αὐτῶν ἦν, ὥϲτε ἀγαπητῶϲ εἶδον, εἰ μὴ μετὰ πάντων ἀγωνιοῦνται τῶν ϲυναραμένων τῆϲ ϲτρατιᾶϲ.

155 Ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, ὁ ἀπόϲτολοϲ Παῦλόϲ φηϲι· τουτέϲτιν οὐ προπετεύεται.

[*](Ε)

156 Ἀγαπητόϲ· ἐπίϲκοποϲ Συνάδων, ὃν ἐν ἐπαίνῳ πολλῷ τίθεται Εὐϲέβιοϲ ὁ Παμφίλου καὶ θαυμάτων αὐτοῦ ἐξαιϲίων μνήμην ποιεῖται, ὁρῶν μεταϲτάϲειϲ καὶ ποταμῶν καὶ νεκρῶν ἐγέρϲειϲ. καὶ ὅτι ϲτρατιώτην ὄντα ἠβουλήθη Μαξιμῖνοϲ ὡϲ Χριϲτιανὸν ἀποκτεῖναι, διὰ τὸ πυνθάνεϲθαι πολλοὺϲ τὰ πρὸϲ αὐτοῦ τελούμενα ὑπεραγαμένουϲ.

157 Ἀγάπιοϲ· Ἀθηναῖοϲ φιλόϲοφοϲ, μετὰ Πρόκλον ἀποιχόμενον, ὑπὸ Μαρίνῳ. ὃϲ ἐθαυμάζετο ἐπὶ φιλομαθείᾳ καὶ ἀποριῶν προβολῇ δυϲεπιβόλων.

158 Ἀγάπιοϲ· οὗτοϲ ἦν Ἀλεξανδρεὺϲ μὲν τὸ γένοϲ· ἐκ παίδων δὲ λόγοιϲ ἐντραφεὶϲ ἐλευθερίοιϲ καὶ ἰατρικῶν μαθημάτων ἐξηγητὴϲ γεγονὼϲ ἀνελθὼν ἐϲ τὸ Βυζάντιον διατριβήν τε ϲυνεπήξατο μάλα διαπρεπῆ, φύϲεώϲ τε μεγέθει καὶ δεξιότητι τύχηϲ χρηϲάμενοϲ, ἔνδοξόϲ τε ἐπὶ τῇ τέχνῃ γέγονε καὶ χρήματα μεγάλα ϲυνείλοχεν.

[*](Δ)

159 Ἀγαπῴην: εὐκτικῶϲ.

160 Ἀγαπῴην: ἐπὶ τοῦ ἀποδέχεϲθαι, ἀγαπᾶν καὶ ἀρκεῖϲθαι.

[*](Synt.)

161 Ἀγαπῶ: τὸ ἀρκοῦμαι δοτικῇ· ἀγαπῶν τοἶϲ ὑπάρχουϲιν αὐτῷ ἀγαθοῖϲ· αἰτιατικῇ δέ ἀγαπήϲειϲ τὸν θεὸν ἐξ ὅληϲ ψυχῆϲ.