Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

1343 Ἀλλότρια βάλλειν: ἐπὶ τῶν ἐν τῷ κυβεύειν διαμαρτανόντων.

[*](prov)

1344 Ἀλλότριον ἀμᾷϲ θέροϲ: ἐπὶ τῶν τὰ ἀλλότρια καρπουμένων.

[*](Prov)[*](1331 Κερκύονοϲ sq. Harp. ═ P, Ba 71, 20 1332 Ar. Lys. 737 c. sch. cf. P, Ba 70, 23, H, Et. M. 70, 40 1333 — εὐμετάβλητοϲ ═ P, Ba 69, 28 οὐ sq. Polyb. 36, 15, 1 —2 ═ EV 2, 201, 17, 20 —21 1334 — κεν ═ P, Ba 70, 13; | 313 λ 127; ἄλλωϲ —μάλιϲτα ═ P, H cf. Ba 70, 7 οἴϲετε sq. Γ 103 — 4 c. sch. 1335 ═ P, Ba 70, 11 1336 ═ P, Ba 70, 24, H 1337 ═ Zen. l 22, fr. com. ad. 650 1338 — πραττόντων ═ Philol. Suppl. 6, 258, n. 107 παροιμιῶδεϲ sq. ═ P cf. Ael. D. et Paus. fr. 39 ex Eust. l. 589, 41 1339 ═ P, Ba 73, 6 1340 sch. δ 404 ═ H cf. Et. M. 70, 11, Ap. S. 21, 22, Ambr. 1297, P, Ba 75, 24 1341 ═ Macar. I 90, Philol. Suppl. 6, 258, n. 112; Hesiod. op. 825 1342 Χ 322 c. sch. A 1343 cf. Diogen. Il 60 1344 ═ Macar. l 81 cf. sch. Ar. Eq. 392)[*](1333 Polyb. cf. v. Προύϲιαϲ 1339 Z 137 1340 Ζ 127)[*](1 καὶ ἀλόπηοϲ ex I; oc supra l. M 3 πιϲτόν] πιϲϲητόν G; ἴϲωϲ A(GITSM) πιϲϲόν ss. M ἀλέπιϲτον sch. Phot. Ba. Hes. s. v. 8 τάϲϲεται—12 εἴρηκεν om. S κεν] καϲ A 9 καὶ ἄλλοϲ om. AG Phot. Ba. 10 Ἠελίω lM Ἡλίῳ AG 12 ἀντιδιέϲταλκεν M sch. διέϲταλκεν AGI 15 εἰϲ om. A 20 ἀλοϲτατεῖ] ἀλίϲτατει GT ἀλεϲτατεῖ I 22 μήτηρ] μήρω A 27 ἀμᾶϲ] ἀμᾶϲι A)
122
[*](Σ)

1345 Ἀλλοτριον ομοῦντεϲ: ἐναλλαγὴν ὀνομάτων ποιοῦντεϲ ἢ ὅλωϲ τιϲί τινα μὴ προϲηκόντωϲ διανέμοντεϲ.

1346 Ἀλλοτριοπραγεῖν: ἐχθρῶϲ βουλεύεϲθαι. ἐϲημειοῦντο μηδὲν [*](Ε) αὐτὸν ἀλλοτριοπραγεῖν, μηδὲ καινοτομεῖν.

[*](Synt.)

1347 Ἀλλοτριῶ· αἰτιατικῇ.

[*](Σ)

1348 Ἀλλοτρίωϲ: πολεμίωϲ. καὶ ὁ Δαβίδ· καὶ ἀπὸ ἀλλοτρίων [*](Thdr) φεῖϲαι τοῦ δούλου ϲου. τουτέϲτι τῶν δυϲμενῶν.

[*](Ar.)

1349 Ἀλλ᾿ οὐ γάρ ἐϲτι τῶν ἀναιϲχύντων φύϲει γυναικῶν οὐδὲν κάκιον εἰϲ ἅπαν τα, πλὴν ἄλλαι γυναῖκεϲ: τουτέϲτιν εἰ μὴ ἄλλη γυνή.

[*](Ar)

1350 Ἀλλ᾿ οὐδ᾿ ἐγὼ μέν τοι πεϲών γε κατακείϲομαι· Ἀριϲτοφάνηϲ Nεφέλαιϲ. τουτέϲτιν οὐ μὴ ἀθυμήϲω· οἷον οὐ παραδώϲω ἐμαυτὸν ταῖϲ λύπαὶϲ.

[*](soph.)

1351 Ἀλλ᾿ οὐδέ γ᾿ αὐδᾶν ἔϲθ᾿ , ἃ μήδε δρᾶν κα λόν. γνωμικόν.

[*](Prov.)

1352 Ἀλλ᾿ οὐ διὰ τὴν ἐν τῷ ποδὶ πρὸϲ τὴν λύραν ἀμετρίαν: ἐπὶ τῶν ἀπὸ ἄλληϲ αἰτίαϲ ὀφειλόντων τιμωρίαν, ἢ ἐφ᾿ οἷϲ αὐτοὶ προβάλλονται οἱ κατηγορούμενοι.

[*](Ar.)

1353 Ἀλλ᾿ οὐ θέμιϲ: ἀλλ᾿ οὐ δυνατόν. ἀλλ᾿ οὐ θέμιϲ πλὴν τοῖϲ μαθηταῖϲι λέγειν. ἐπὶ διαϲυρμῷ καὶ διαβολῇ ταῦτα παρειϲάγει. ἀλλότριον γὰρ τῶν φιλοϲόφων τὸ βαϲκαίνειν καὶ φθονεῖν, οἷϲ τὸ κοινωνεῖν περὶ πάντων ἀφθόνωϲ.

[*](Prov.)

1354 Ἀλλ᾿ οὐκ αὖθιϲ ἀλώ π ηξ: λείπει τὸ εἰϲ πάγην· ἅπαξ ἀλώπηξ εἰϲ πάγην.

[*](Ar)

1355 Ἀλλ᾿ οὐκ ἔνεϲτι ϲυκοφάν του δήγματοϲ. ἐπὶ τῶν ἀνηνύτων. λείπει δὲ τὸ φάρμακον. λέγει δὲ ἐν ἤθει ὁ θεράπων, ὅτι οὐκ ἔϲτι τιϲ ἐν τῷ δακτυλίῳ ἐπῳδή, ὃ φάρμακον πρὸϲ δῆγμα ϲυκο φάνίου· ἐπεὶ εἰώθαϲι λέγειν οἱ τὰ περίαπτα πωλοῦντεϲ, ὅτι χρηϲι μεύει τόδε πρὸϲ τόδε. ἄλλωϲ· ἀλεξητήριον τῶν δηλητηρίων δείκνυϲιν αὐτῷ καὶ βαϲκανίαϲ ἀποτρεπτικὸν δακτύλιον, ὃν καλοῦϲι φαρμακίτην. φηϲὶν οὖν· ὡϲ ἂν ἔχῃϲ φαρμακίτην δακτύλιον, ἀλλ᾿ οὐ πρὸϲ δῆγμα τοῦ ϲυκοφάντου, ὡϲ τούτων χειρόνων ὄντων καὶ θηρίων, πρὸϲ ἃ ὁ δακτύλιοϲ πεποίηται.

[*](1345 Tim. ═ P, Ba 70, 9 1346 ἐϲημειοῦντο sq. Bhd: coloris Polybiani 1347 Synt. Gud. cf. Laur 1348 — πολεμίωϲ ═ P, Ba 70, 5 καὶ ἀπό —ϲου Ps. 18, 14; δυϲμενῶν cf. Thdr. PG 80, 997c 1349 Ar. Th. 531 — 2 c. sch. 1350 Ar. Nu. 126 c. sch. 1351 — καλόν Soph. OT 1409 γνώμικον cf. acb. 1352 Coln Z. d. Par 26 cf. Pl Clti. 407 c 1353 Ar. Nu 140 c. sch. 1854 πάγην cf. Zen. I 67 135 — φάρμακον Ar Pl 885 c. sch. λέγει sq. ech 884)[*](1345 — 6 Z 157 1348 Z 140) 1354 hinc 2908 1355 hinc v. οὐκ ἐϲτι ϲυκοφάντου δ.)[*](A(GITSM4))[*]( 12t1 non nov. gl. l8 14 γνωμικόν om. MA mg. iS, γνω ante l. A. 18t2 om. S 15 ἀμετρίαν A ἁμαρτίαν vell. 16 ἀπό Aee GiTM ee ὑπέρ AacMee ἐφ′ οἷϲ] ἀφ’ ἧϲ Aee Mee αὐτοῖϲ l 20 τῶν S ach. om. vell. περ om. 61 GIT 22 ἅπαξ] καὶ ἅπαξ 24 ἔνεϲτι] ἐϲτι M cf. ν. οὐκ ἔϲτι ϲ. δ.)
123

1356 Ἀλλ᾿ οὐ λαχοῦϲ᾿ ἔπινεϲ ἐν τῷ γράμματι: Ἀλριϲτοφάνηϲ. [*](Ar.) ἀντὶ τοῦ ἐδίκαζεϲ. οἱ γὰρ Ἀθηναῖοι κατὰ γράμμα ἐκληροῦντο ἀπὸ τῶν ι΄ φυλῶν. οἷον ἡ πρώτη τὸ α΄ εἶχε ϲημεῖον, ἡ δευτέρα τὸ β΄, μέχρι τοῦ κ΄. ι΄ γὰρ φυλῶν οὐϲῶν ι΄ ἐγίνοντο δικαϲταί. ὁ οὖν λαχὼν τὸ α πρῶτοϲ ἐδίκαζε καὶ οἱ ἄλλοι ὁμοίωϲ. τάχα οὖν ϲύ, φηϲί, λαχοῦϲα οὐκ ἐδίκαζεϲ, ἀλλ᾿ ἔπινεϲ.

1357 Ἁλουργά: θαλαϲϲοπόρφυρα. αἱ μίτραι, τό θ᾿ ἁλουργὲϲ ὑπένδυμα, [*](Σ) οἵτε Λάκωνεϲ πέπλοι.

[*](Anth.)

1358 Ἁλουργιαῖον: ἀντὶ τοῦ ἁλουργέϲ. Ἀντιφάνηϲ.

[*](Σ)

1359 Ἁλουργίϲ: πορφυρᾶ χλανίϲ. ἐπειδὴ δὲ τὸ ῥόδον πορφυροῦν, [*](Ar.) τῷ ϲτεφάνῳ τῶν ῥόδων τὴν ἁλουργίδα ἐπήγαγεν Ἀριϲτοφάνηϲ. Ἀλουργὴϲ δὲ ἐϲθήϲ, τῆϲ ἀλουργοῦϲ, τῇ ἀλουργεῖ. ἐϲθῆτα ἁλουργῆ.

[*](Δ.)

1360 Ἁλουργοπωλική: ἡ πορφυροπωλικὴ λεγομένη. οὕτωϲ Ἰϲαῖοϲ,

[*](Harp.)

1361 Ἄλουτοϲ: χωρὶϲ τοῦ σ. ἀπαράτιλτοϲ, ἓξ ἐτῶν ἄλουτοϲ.

[*](Ar.)

1362 Ἀλλ᾿ οὑτοϲὶ τρέχει τὶϲ Ἀλφειὸν πνέων· Ἀριϲτοφάνηϲ. [*](Ar.) Ὀλυμπιακὸϲ ϲταδιοδρόμοϲ, ἀπὸ τοῦ παραρρέοντοϲ ποταμοῦ.