Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

41 Γάλλοϲ: ἀπόκοποϲ. ἐν Ἐπιγράμμαϲι· γάλλοϲ ὁ χαιτήειϲ, ὁ Δ νεήτομοϲ, ὅϲ ποτε ΤμῶΛυδιὸϲ ὀρχηϲτὸϲ μάκραϲ ὀλολυζόμενοϲ. καὶ [*](Anth.) Γάλλοι, οἱ ἀπόκοποι. Γναῖοϲ, ὁ ὕπατοϲ Ῥωμαίων, διερχόμενοϲ [*](Δ +Ε) ἐγεφύρωϲε τὸν Σαγγάριον ποταμὸν, τελέωϲ κοῖλον ὄντα καὶ δύϲβατον· καὶ παρ’ αὐτὸν τὸν ποταμὸν ϲτρατοπεδευϲάμενοϲ παραγίνονται Γάλλοι παρὰ Ἄττιδοϲ καὶ Βαττάκου τῶν ἐκ Πεϲϲινοῦντοϲ ἱερέων τῆϲ μητρὸϲ τῶν θεῶν ἔχοντεϲ πρὸϲ τῆ ἰδέᾳ καὶ τύπουϲ, φάϲκοντεϲ προϲαγγέλλειν τὴν θεὸν νίκην καὶ κράτοϲ· οὓϲ δ Γναῖοϲ φιλανθρώπωϲ ὑπεδέξατο. καὶ αὖθιϲ· ἀπέϲτειλε νεανίϲκουϲ διαϲκευάϲαϲ εἰϲ Γάλλουϲ, μετ’ αὐλητῶν [*](Ε) ἐν γυναικείαιϲ ϲτολαῖϲ ἔχονταϲ τύμπανα καὶ τύπουϲ, ἐπὶ τοὺϲ προκαθημένουϲ τῆϲ χώραϲ. ὅτι Γάλλοι μὲν γίνονται ἐξ ἀνδρῶν, ἐκ δὲ Γάλλων ἄνδρεϲ οὐ γίνονται.

42 Γάλλουϲ τί τεμεῖν Γάλλοι δὲ οἱ ἀπόκοποι· ἐπὶ τῶν

---

43 Γαλόῳ: γάλωϲ, γάλῳ, καὶ πλεοναϲμῷ τοῦ ο γαλόῳ, ἀνδραδέλφῳ. Ecl. καὶ Γαλοώνη ὁμοίωϲ, ἡ ἀνδράδελφοϲ .

[*](Δ)

44 Γάμβρειοϲ ϲτολή.

[*](Δ)

45 Γάμβοροϲ: ὁ ἀμέτοχοϲ.

[*](Δ)

46 Γαμβρὸϲ Ἐρεχθῆοϲ: ὁ Βορρᾶϲ. τὴν γὰρ Ὡρείθυιαν θυγατέρα call αὐτοῦ ἔγημεν, ἐξ ἧϲ τίκτεται ζήτηϲ καὶ Κάλαϊϲ.

47 Γαμέτηϲ: ὁ ἀνὴρ, ὁ ϲύζυγοϲ. ὁ δὲ ϲὺν τῷ κουριδίῳ γαμέτῃ [*](Δ) ἐϲ Ἔφεϲον ἦλθεν.

48 Γαμηλία. ἡ διδομένη τοῖϲ φράτορϲιν ἐπὶ γάμοιϲ. ἢ τῶν γύναικῶν [*](Harp.) ἡ εἰϲ τοὺϲ φράτοραϲ εἰϲαγωγή. οὕτωϲ Δίδυμοϲ ὁ γραμματικόϲ. καὶ παροιμία. Γαμηλίαν εἰϲενεγκεῖν. ὅταν τιϲ ἠγάγετο γυναῖκα, [*](Σ) πρὶν γενέϲθαι παῖδα, οὗτοϲ μαρτυρόμενοϲ περὶ τοῦ γάμου κατὰ τοὺϲ γάμουϲ ἀπεδίδου τι τοῖϲ φράτορϲιν εἰϲ λόγον εὐωχίαϲ. καὶ τοῦτό ἐϲτι γαμηλία εἰϲενεγκεῖν. μέμνηται τοῦ λόγου Δημοϲθένηϲ ἐν τῷ πρὸϲ Εὐβουλίδην λόγῳ· καὶ γὰρ ὅτι ὁ πατήρ μου κατὰ τοὺϲ νόμουϲ ἔγημε καὶ γαμηλίαν τοῖϲ φράτορϲιν εἰϲενήνοχε, μεμαρτύρηται.

[*](40 cf. Et. M. 220,25, Steph. Byz. 41 — ἀπόκοποϲ H γάλλοϲ alt.— ὁλολυζόμενοϲ Anth. 6, 234,1 —2 Γναῖοϲ pr.—ὑπεδέξατο Polyb. 21, 37,4 — 7 vs 12 Γάλλοι sq. Laert. 4, 43 42 cf. Paroem. ed. Gsf. 30, n. 280 (═ ed. Sclneide— win 1, 389, n.67) 48 ἀνδραδέλφῳ cf. Herodian. (2, 234,1 ap. Et. M. 220,9 An. Ox. 1, 100, 25; Aristoph. Byz. ap. Miller, Mel. 432, 4, Ap. S. 53, 31, H, sch. Γ 122 γαλοώνη sq. ═ Ambr. 78 44 ═ Ambr. 107 cf. Ath. 1, 30 a 45 ═ Ambr. 4, H v. γαμόροι 46 Call. fr. 11 K., an. 12 S. c. sch. cf. Michael Acominat. ed. Lambros 2, 212.10 47 ὁ sq. Polyb 20, 8, 5 contulit Toup 48— γραμματικόϲ Harp. cf. Et. M. 220, 50; Didym. ed Scbmidt p. 315, 320 γαμηλίαν pr. — εὐωχίαϲ cf. Bk. 233,31 Δημοϲθένηϲ —Εὐβουλίδην (Dem. 57, 43) Ηarp. plen.)[*](40 Ζ 416 41 Ζ 415 Polyb. hinc 325 et v. Σαγγάριοϲ 43 cf. Z 419 45 Z 416 47 cf. v. κουρίδιον)[*](1 ποταμοῦ] τόπου F 2 ὁ χαιτήειϲ] ὠχετήειϲ V 3 Τμῶ] Δμῶ V A(GITFVM) cf. Anth. Λυδιόϲ]λυδι V 6 ϲτρατοπεδευϲάμενοϲ] ϲτρατοπεδευϲαμένου Port 7 Πεϲϲινοῦντοϲ V Πιϲϲινοῦντοϲ M Πιϲινοῦντοϲ AGI θεόν AV θεῶν IΜ. 42 ex M 21 ὁ tert.] ἡ pr. 25 παροιμία condemn Kust. 26 μαρτυρόμενοϲ] μαρτυράμενοϲ pr. 28 γαμηλία AGIMac γαμηλίαν Mec)
508
[*](Δ)

49 Γαμηλιῶνοϲ. τοῦ μηνόϲ.

[*](Σ)

50 Γαμηϲείειν Ἀττικοί φαϲι.

[*](Δ)

51 Γαμφηλή: ἡ ϲιαγών.

[*](Δ)

52 Γαμψωλή: ἡ ἐπίκαμψιϲ.

[*](Σ)

53 Γαμψώνυχοϲ: ἐπικαμπεῖϲ ἔχοντοϲ τοὺϲ ὄνυχαϲ. καὶ Γαμψώνυχα ζῷα, ὅϲα τῶν πτερωτῶν τὴν ἐπιρυγχίδα γεγάμψωκεν ὑπὸ τὴν γένυν, οἰόϲ ἐϲτιν ἀετὸϲ, ἱέραξ, κεγχρηῒϲ ἄλλα τε τὰ μὴ πίνοντα.

[*](Δ)

54 Γαμψόν: ἐπικαμπέϲ. καὶ γαμψὸν χαίτῃϲιν ἐφ’ ἱππείῃϲι πεδηθὲν [*](Anth) ἄγκιϲτρον, κρυφίην εἰναλίοιϲι πάγην. ἐν Ἐπιγράμμαϲι· γαμψόν τε δρέπανον, ϲταχυητόμον ὅπλον ἀρούρηϲ. καὶ αὖθιϲ· γαμψὰϲ πυρολόγουϲ δρεπάναϲ.

[*](Ar.)

55 Γαμψούϲ: τὰϲ καμπτούϲαϲ καὶ πλαγίουϲ νεφέλαϲ, ἢ τὰϲ ὀρνίθων ὄψεϲιν εἰκαϲμέναϲ. γαμψὺϲ γὰρ ἐκάλουν τὰϲ ὄρνιθαϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ Νεφέλαιϲ.

[*](Δ)

56 Γάνδειρον: ὄνομα τόπου. Γάνιοϲ.

[*](Δ)

58 Γανόων: λελαμπρυϲμένοϲ.

[*](Ar. Anth.)

59 Γάνοϲ: ὁ οἶνοϲ. Πὰν ἀγέλην· Νύμφαι πίδακα· Βάκχε γάνοϲ. [*](Ar.) καί, γάνοϲ ἀμπέλου, ὁ οἶνοϲ, βότρυοϲ ἕλικα παυϲίπονον. Γάνοϲ δὲ θηλυκῶϲ, τὸ πρὸϲ τῆ Θράκῃ ὄροϲ ἡ Γάνοϲ. Γάνοϲ καὶ Γανιάδα [*](Harp) χωρία ἐϲτὶ Θρᾳκικά.

[*](ΣΔ)

60 Γαννυμένη: χαίρουϲα. Γάννυμι γὰρ ὁ ἐνεϲτώϲ. καὶ [*](Σ) Γάνυϲθαι, φαιδρύνεϲθαι, χαίρειν καὶ διαχεῖϲθαι.

[*](Δ)

61 Γαργηττόϲ: ὄνομα κύριον. τόπου.