Scholia in Euripidis Hecubam (scholia vetera et scholia recentiora Thomae Magistri, Triclinii, Moschopuli et anonyma)

Scholia in Euripidem

Scholia in Euripidem. Scholia Graeca in Euripidis tragoedias, Volume 1. Dindorf, Wilhelm, editor. Oxford: Oxford University Press, 1863.

520. τέγξω: κάθυγρον ποιήσω, δάκρυσι δηλονότι. Gr. βρέξω. Gu. τάφῳ θʼ: ἔτεγξα κατὰ κοινοῦ. M.

521. παρῆν μὲν ὄχλος: παρὸν ἦν πᾶν τὸ πλῆθος τῶν Ἑλλήνων ἔμπροσθεν τοῦ τάφου τοῦ Ἀχιλλέως πρὸς τὰς σφαγὰς τῆς σῆς θυγατρός. I. πλήρης, οἷον πεπληρωμένος, ἔμπροσθεν τοῦ τύμβου ἐπὶ σφαγῆς τῆς σῆς θυγατρός. εἰπὼν δὲ τὸ ἅπας καὶ πλήρης ἔδειξε τὸ ὡς οὐδεὶς ἐλείπετο. A.

παρῆν: διήγησις. Fl. 59. ἤρξατο τῆς διηγήσως. Fl. 21. ὑπῆρχεν. Fl. 17. 59. ἐπαρουσίαζεν. Fl. 59. Ἀχαῖκοῦ: Ἑλλη Fl. 59. ὅτι πρὸς τὸν τάφον ἔθνησκε, παρειστήκει πᾶς ὄχλος. Fl. 33.

522. πλήρης: πεπληρωμένος, ἅπας. Fl. 17. 59. τὸ πᾶς καὶ τὸ πλήρης κατʼ ἐπίτασιν λέγεται. B. Gr. I. πρὸ τύμβου: αἴτημα σκηνικόν. πῶς γὰρ τοῦ Ἀχιλλέως ἐν Τροίᾳ ταφέντος ὁ Ταλθύβιος λέγει πρὸ τύμβου τοῦ Ἀχιλλέως ἵστασθαι τοὺς Ἕλληνας, ὄντας ἐν Χερρονήσῳ; καὶ φαμὲν ὅτι ἢ κενοτάφιον ἐν ἄερρονήσῳ [*](2. ἐκχῦσαι] ἐκχῆσαι Fl. 21. καὶ τὸ πλήρης κατʼ ἐπίτασιν λέγεται, 3. ὡς φιλόσοφος] ὡς φίλος M. ”Fl. quae scholio v. 522. inserui, ubi in ὁ φίλος φησὶ τὸ κερδ. Gu. ὡς φιλόσοφος codicibus leguntur. τὸ κερδ. E Gu. addidi etiam καὶ 19. ἐλείπετο] ἐλειπ.  . . . A. δεότ. περὶ τῆς Π. reliqua in eo de- 24. τὸ πᾶς—λέγεται] Vid. ad νι sunt.·'' MATTH. 6. ἡδανειν] Leg.ἡδόνειν. MATTH. 25. αἴτημα σκηνικόν et γὰρ om. 10. ἤγουν—αὐτῆς om. Gr. Gu. I. Postrema καὶ φαμὲν—κόρην 15. Ἑλλήνων] Addit I. τὸ δὲ πᾶς om. M.)

349
ἐποίησαν, ἢ εἰς Τροίαν ἀπῆλθον καὶ ἔθυσαν τὴν κόρην. M. Fl. 10. Gu. I.

523. λαβῶν δʼ Ἀχιλλέως: λαιῶν δὲ ὁ τοῦ Ἀχιλλέως παῖς Νεοπτόλεμος τὴν Πολυξένην ἀπὸ τῆς χειρὸς ἔστησεν ἐπὶ τοῦ ἀνωτάτου μέρους τοῦ τάφου. I. ὁ τοῦ Ἀχιλλέως παῖς Νεοπτόλεμος   λαβὼν ἐκ τῆς χειρὸς τὴν κόρην Πολυξένην ἔστησεν ἐπάνω τοῦ μνήματος, ἐγγὺς δὲ ἐγώ. Fl. 33.

λαβών: κρατήσας. Fl. 59. Gu. παῖς: ἤγουν ὁ Πύρρος. Fl. 21. χερός: διά. ἀπὸ τῆς χειρός. B.

524. ἐπʼ ἄκρου χώματος: ἐπὶ καθέδρας γενικῇ, ἐπὶ δὲ κινήσεως αἰτιατικῇ, ὅπερ οἱ Ἀττικοὶ τὸ ἐναντίον ποιοῦσιν. Gu. πέλας δʼ ἐγώ: πλησίον ἦν καὶ ἐγώ. ἐπειδὴ κῆρυξ ἦν ὁ Ταλθύβιος, διὰ τοῦτο πλησίον ἵστατο τοῦ Νεοπτολέμου, ἵνα, ὅταν βουληθῇ ὁ Νεοπτόλεμος εἰπεῖν τι τοῖς Ἀχαιοῖς, διʼ ἐκείνου λέγῃ κήρυκος ὄντος καὶ δυναμένου λέγειν εἰς ἐπήκοον πάντων· αὐτὸς γὰρ ἦν ὁ σιωπὴν παντὶ τῷ στρατῷ κηρύξας, ὡς καὶ αὐτὸς παρακατιὼν λέγει, ὑπὸ Νεοπτολέμου προσταχθείς. I. πλησίον δὲ ἐγὼ καὶ οἱ ἐπίλεκτοι καὶ πρόκριτοι τῶν Ἑλλήνων καὶ ἔκκριτοι νεανίαι. λείπει γὰρ ἐνταῦθα ὁ καὶ σύνδεσμος. A.

525. λεκτοί τʼ Ἀχαιῶν: ἠκολούθουν δὲ καὶ ἐπίλεκτοι, ἀπὸ τῶν Ἑλλήνων ἐκλελεγμένοι νέοι, τὸ πήδημα τῆς σῆς παιδὸς καθέξοντες καὶ κρατήσοντες διὰ τῶν χειρῶν. I. λεκτοί: ἐπίλεκτοι. Gr. ἐξειλεγμένοι. Gu. ἔκκριτοι: ἐκλελεγμένοι, εὐγενεῖς νέοι ἄνδρες. Fl. 59. πρόκριτοι, ἐπωνομασμένοι. B. μετὰ τοῦ Νεοπτολέμου ἐκλελεγμένοι ἄνδρες, μή πως ἰδοῦσα τὸ ξίφος ἡ Πολυξένη τεινόμενον κατʼ αὐτῆς καὶ φοβηθεῖσα σκιρτήσῃ ἤγουν ἐκφύγῃ, ἐκεῖνοι δὲ, ἵνα κρατήσωσι ταύτην. Fl. 59. καὶ οἱ ἐκλελεγμένοι τῶν Ἀχαιῶν, καὶ ἔγκριτοι, καὶ χρήσιμοι νέοι. Fl. 33.

526. σκίρτημα: τὸ κίνημα. M. Fl. 6. 10. 21. 59. περιφραστικῶς τὸ κίνημα. Fl. 17. καὶ ὡς βοὴ μόσχου ἐγένετο. Fl. 33. σπάραγμα, κίνημα. Gu. μόσχου: τῆς νέας. B. M. Fl. 10. [*](1. ἀπῆλθον] ἀνῆλθον Hermann. ad 14. τι om. Gu. Hec. p. 64. ed. pr. ib. λέγη] εἴπῃ I. ib. κόρην] κόριν Gu. 31. τῆς νέας] τῆς om. Fl. 10. 13. ὁ Ν. εἰπεῖν] εἰπεῖν ὁ N. I.)

350
καθέξοντες: μέλλοντες κρατήσειν διὰ τῶν χειρῶν. B. Fl. 6. 9. 21. 56. 5. 76.

527. ἕσποντο: παρεγένοντο, ἵνα τὸ κίνημα ταύτης κρατήσωσιν, εἴ πως δειλανδρήσει ἐν τῷ σφάττεσθαι. A. ἠκολούθησαν. τὸ θέμα ἵσπω ἄχρηστον, τὸ ἀκολουθῶ. ὁ β’ ἀόριστος ἔσπον, (καθʼ ὁμοίωσιν τοῦ ἔχω, ὁ β’ ἀόριστος ἔσχον,) ὁ μέσος ἑσπόμην, τὸ γ΄ τῶν πληθυντικῶν ἕσποντο. I. εἵποντο. F16. 9. 21. 56. 59. 76. εἵποντο, ἠκολούθουν. Gr. παρεγένοντο. Gu.

527.—529. πλῆρες: πρῶτον γὰρ οἶνον ἔρραινον ἐν τῷ τάφῳ τοῦ Ἀχιλλέως, ὅπως ἀνέλθῃ ἡ ψυχὴ αὐτοῦ καὶ τότε ἀνελθούσης τῆς ἐκείνου ψυχῆς σφάξει τὴν Πολυξένην A. ὁ δὲ τοῦ Ἀχιλλέως παῖς Νεοπτόλεμος, λαβὼν διὰ τῆς χειρὸς ποτήριον πάγχρυσον, ἔρρεε θυσίας τῷ θανόντι πατρὶ, θυσίας, οἶνον δηλονότι, μέλι, γάλα καὶ ἄλευρον. I. πλῆρες: μέγαν. Fl. 21. πεπληρωμένον οἴνου δηλονότι. Fl. 17. 59. καὶ οἱ πάντες ἕποντο, ἠκολούθουν. Εl. 33.

528. πάγχρυσον: ὁλόχρυσον. Fl. 39. ἔρρει: διὰ τοῦτο πρὸ τοῦ θῦσαι τὴν Πολυξένην ἔρρει χοὰς, ἵνα ἀναχθεῖσα ὑπὸ τῆς χοῆς ἡ ψνχὴ πίῃ τοῦ αἵματος. Gu. I. ἔρρεε διὰ τῆς χειρός. B. ἔρρει χοὰς, ὡς λέγω λόγον. Fl. 6. 9. 21. 50. 59. 76. Gu. προσφέρει τῷ πατρὶ τῷ Ἀχιλλεῖ χοάς. Fl. 21. χειρί: ἐκτείνει διὰ τῆς χειρός. Fl. 21.

529. χοάς: χοὴ λέγεται ἐπὶ ὑγρῶν, μέλιτος, ἐλαίου καὶ ἀλεύρου καὶ τῶν ἑτέρων, θυσία δὲ ἐπὶ σφαγῆς ζώων. σπονδὴ, χοὴ, θυσία διαφέρουσι· σπονδὴ ἐπὶ τῶν ξηρῶν, οἷον σίτου καὶ κριθῆς· χοὴ ἐπὶ ὑγρῶν, οἴνου, μέλιτος καὶ γάλακτος· θυσία δὲ ἐπὶ ζώων, προβάτων, βοῶν καὶ τῶν ὁμοίων. ἄλλοι δὲ σπονδὴν καὶ χοὴν ταὐτὸ λέγουσιν, ὃ καὶ κρεῖττον. Bar. 74. Gu. 1. προσφέρει τῷ πατρὶ χοάς. M. σπονδάς. Fl. 10. ἤγουν θυσίας, χάριν τοῦ θανόντος πατρός. Fl. 6. 9. 21. 56. 59. 76.

[*](1. μέλλοντες κρατήσειν] κρατή— οἴνου, μέλιτος, ἐλαίου, θυσ. etc. recte. ΜATH. σοντες B. 9. ἔρραινον] ἔρανον A. 26. βοῶν e Gu addidi; ex eodem 17. ἀναχθεῖσα] ἀχθεῖσα Gu. est ταὐτό pro ταὐτόν. Ceterum hoc 22. σὴ —ζώων] Hoc scholion est scholion in 1. ad v. 535. relatum in Flor. 59. sed ita: ἐπὶ τῶν ὑγρῶν, est. MATTH.)
351

529. σημαίνει δέ μοι: προστάσσει, παραδηλοῖ μοι κηρῦξαι σιωπὴν παντὶ τῷ στρατῷ τῶν Ἑλλήνων. ἐπιτάσσει πως διὰ σημείων καὶ σχημάτων, οἷον ἔθος ἐστὶ τοῖς βασιλεῦσι διὰ νευμάτων πάθη τινὰ δηλοῦν, κατὰ μίμησιν τοῦ τῷ νεύματι καὶ βουλήματι τὸ πᾶν διοικονομοῦντος. παρακατιὼν γάρ φησι· λογάσι δʼ Ἀργείων στρατοῦ νεανίαις ἔνευσε παρθένον λαβεῖν. B. rec. I. σημαίνει: παραδηλοῖ ἀντὶ τοῦ παρεδήλωσεν. Fl. 6. 9. 21. 56. 76. εἶπε δέ μοι σιγὴν παντὶ τῷ στρατῷ ἐπισημῆναι. Fl. 33.

530. σιγήν: ποιῆσαι. Fl. 21. κηρῦξαι: καταστῆσαι. Fl. 59.

531. μέσοις: τοῖς ἀνθρώποις, Ἀχαιοῖς δηλονότι. Fl. 6. 9. 17. 21. 56. 59. 76. τὸ ἐν μέσοις περισσόν· τὸ γὰρ παραστάς τὴν ἔννοιαν δηλοῖ καθʼ αὐτό. Gu.

532. σιγᾶτʼ : σιωπήσατε. I. σῖγα πᾶς ἔστω λαός: μιμεῖται τὸ πολλάκις κηρύσσειν τὰ αὐτὰ τοὺς κήρυκας. τὸ σίγα, εἰ μέν ἐστι προστακτικὸν, ὀξύνεται, εἰ δὲ ἐπίρρημα, περισπᾶται. I. σιγᾶτʼ : σιωπᾶτε. Fl. 17. τὸ μὲν σιγᾶτε πρὸς τὸ πλῆθος, τὸ δὲ σῖγα, σιώπα καθʼ ἕνα. τοιαῦτα γὰρ εἰώθασι ποιεῖν οἱ κήρυκες, πρῶτον μὲν προσφωνοῦντες δημοσία, εἶτα καθʼ ἕνα ἕκαστον, σιγῶντες. Fl. 59. σῖγα: ἐπίρρημα. Fl. 10. σῖγα: ἐν σιγῇ. Gr. καθολικῶς. Gu.

533. νήνεμον: ἀθόρυβον. M. Fl. 6. 56. 59. 76. ἥσυχον. M. νήνεμος ἐτυμολογεῖται ἀπὸ τοῦ νη στερητικοῦ μορίου καὶ τοῦ ἀνέμου, ἡ ταραχή. Fl. 6. ἀντὶ τοῦ ἥσυχον. Gr. ἀθόρυβον, ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν ἀνέμων. Gu. ἔστης: ἔταξα. Fl. 6. 56. 59. 76. ἐν ἡσυχίᾳ δὲ ἔστησα τὸν ὄχλον. Fl. 33. κατέστησα. Gr. ὄχλος ἡ ὄχλησις καὶ τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ. Gu.

534. ὁ δʼ: ὁ Νεοπτόλεμος. Fl. 16. 56. Πύρρος. Fl. 21. ὁ δὲ Νεοπτόλεμος εἶπεν· ὦ παῖ τοῦ Πηλέως καὶ πατὴρ ἐμός. Fl. 33. πατὴρ δʼ ἐμός: ἀντὶ τοῦ ἐμοῦ, Ἀττικὸν, τὰς κτητικὰς ἀντωνυμίας [*](1. προστάσσει, παραδηλοῖ habent tius διοικονομοῦντος Διός. Flor. 17. 59. MATTH. In B. hoc 13. μιμεῖται—] In M. σίγα. κοινή scholion incipit ab ἐπιτάσσει—. ἐστι κατὰ τὸ μέτρον. μεμίμηται 5. διοικονομοῦντος] Διὸς οἰκονομοῦντος τὸ πολλάκις κηρύττειν τὰ αὐτὰ τοὺς κήρυκας: Matth. In B. διὰ νευμάτων πολλάκις :—et in A. σιώπα. μέμνηται τὸ τοῖς ὑπηκόοις τινὰ πάθη δηλοῦν—τὸ π. κηρύσσειν etc. πᾶν δῖ. . . . . τος . . . . . . παρακατιών —λαβεῖν, 28. ἐμοῦ] Legitur ἐμὲ, ut in schol. literis pluribus post δϊ et τος Flor. Mox μὴ in διὰ τὸ μὴ τὰς αὐτὰς obliteratis. Scribendum igitur po- εἷναι delendum videtur. MATTH.)

352
οὐ δέον ἔχειν κλητικὰς, διὰ τὸ μὴ τὰς αὐτὰς εἶναι ταῖς τῶν πρωτοτύπων αἰτιατικαῖς. λαμβάνονται γοῦν αἱ εὐθεῖαι Ἀττικῶς ἀντὶ τῶν κλητικῶν. αἱ δὲ κτητικαὶ πᾶσαι, εἴτε εὐθείας εἶεν, εἴτε γενικῆς, εἴτε ἡστινοσοῦν ἄλλης πτώσεως, ἤτοι ἑνικῆς, ἢ δυϊκῆς, εἰ μὲν πρώτου προσώπου εἶεν, ἀντὶ τῆς πρωτοτύπου γενικῆς τοῦ πρώτου προσώπου λαμβάνονται· εἰ δὲ δευτέρου, ἀντὶ τῆς πρωτοτύπου γενικῆς τοῦ β’ προσώπου· εἰ δὲ τρίτου, ἀντὶ τῆς πρωτοτύπου γενικῆς τοῦ τρίτου προσώπου. I. ἐμός: ἀντὶ τοῦ ἐμὲ, Ἀττικόν. Fl. 6. 9. 21. 56. 59. 76. Ἀττικισμός. B. αἱ ἀντωνυμίαι οὐκ ἔχουσι κλητικάς. Fl. 59.

535. δέξαι χοάς: λάβε μου ταύτας τὰς θυσίας τὰς θελκτηρίους, τὰς ἡδυντηρίους. I. τὰς πραυνούσας τὰς ψυχὰς τῶν νεκρῶν, ἢ τὰς κηλούσας τοὺς καταχθονίους δαίμονας. A.M.I. χοάς: σπονδάς. Fl. 59. κηλητηρίους: τοὺς σοὶ ἐνηδόνους, τοὺς σοὶ θυμήρεις. Fl. 59. ἀπατητικάς. M. Fl. 21. εὐφραντικούς. Fl. 59. κατακηλούσας τὰς ψυχὰς τῶν νεκρῶν, ἢ τοὺς καταχθονίους δαίμονας. Fl. 10. 21. θελκτικὰς, τὰς σοὶ ἐνηδόνους καὶ ἀποδοχῆς ἀξίας. Gu.

536. νεκρῶν ἀγωγούς: ἀναφερούσας τὰς ψυχάς. ἄγω ῥῆμα τὸ κομίζω καὶ φέρω· ἀγωγὸς ὁ φέρων καὶ ὁ κομίζων, καὶ ἐπὶ ἀρσενικοῦ καὶ ἐπὶ θηλυκοῦ· ἀγώγιμον, τὸ φερόμενον καὶ κομιζόμενον· ἀγωγὴ δὲ ἡ τοῦ κομίζειν ἐνέργεια. I. τῶν τεθνεώτων τοὺς προπομπούς. ἐλθὲ, ὅπως λάβῃς αἷμα μελιχρὸν τῆς καθαρᾶς κόρης, ὅπερ σοι προσφέρομεν, κἀγῶ καὶ ὁ στρατός. Fl. 33.

537.—542. ἐλθὲ δʼ: ἐλθὲ δὲ, ἵνα πίης τὸ καθαρὸν αἷμα τῆς παρθένου, ὅπερ σοι χαριζόμεθα καὶ ὁ στρατὸς καὶ ἐγὼ, καὶ λῦσαι τὰς ναῦς καὶ τὰ σίδηρα καὶ τὰ σχοινία τῶν νεῶν, δὸς δὲ ἡμῖν εὐμενοῦς ἀπὸ τῆς Τροίας ὑποστροφῆς ἀγαθῆς ἐπιτυχόντας ἡμᾶς εἰς τὴν πατρίδα ἀπελθεῖν. I.