Scholia in Euripidis Hippolytum

Scholia in Euripidem

Scholia in Euripidem. Scholia Graeca in Euripidis tragoedias, Volume 1. Dindorf, Wilhelm, editor. Oxford: Oxford University Press, 1863.

1320. ἐκείνῳ: τῷ Ποσειδῶνι. B. rec.

1330. θέλοντος: γρ. μέλλοντος. B.

1331. ἐπεὶ σάφʼ ἴσθι: ἐπεὶ προεῖπε παρὰ θεοῖς εἶναι νόμον τὸ μὴ ἀντιπράττειν ἀλλήλοις, φησὶν ὅτι, εἰ μὴ νόμος ἐκώλυεν, ἔσωσα ἂν αὐτὸν εὐσεβῆ τυγχάνοντα, μὴ εὐλαβουμένη τὸν Δία. ἐν τίνι γὰρ ἔμελλεν αὐτὸν εὐλαβεῖσθαι, μηδὲ νόμον λύουσα, ἀλλὰ καὶ εὐσεβῆ [*](1. διήγησιν] τὴν διήγησιν B. Matth. 3. ἀντὶ τοῦ φανερώσω] ἀντιφανερώσω 10. ἐχθίστης] μισητῆς A. A. ib. ὁπόσαι] ὅσαι A. 4. καὶ τῆς—οἶστρον] οἶστρον ἡ τρόπον 17. οἰμώζῃς—τὸ] οἰμώζη—τὰ B.I. 26. θεοῖς] τοῖς θεοῖς Fl. 6. 15. τινὰ A. 6. τὴν σ.] τὴν om. A. ib. εἷναι om. I. ib. δὲ A. γὰρ B.I. ib. τὸ et φησὶν add. B. 9. πόνοις— εἰσὶν] πόθοις— ἐσμὲν)

196
ἄνδρα σώζουσα; καὶ γὰρ ἀγαθὰ καὶ ἔννομα διαπραττόμενος ἐξουσίαν οὐ δέδοικεν. καὶ γὰρ, εἰ μὴ νόμος με εἶργε, κωλυομένη ὑπό τινος λοιπὸν ἀδεῶς ἐβοήθουν αὐτῷ. B.I.

1338. ἔρρωγε: δὲ ἀντὶ τοῦ συνερράγησαν, συνέπεσον, ἢ συμβεβήκασι. ἔρρευσεν. B. κατὰ σοῦ ἐρράγη τὰ κακά. A.

1346. δίδυμον: τὴν Φαίδραν καὶ τὸν Ἱππόλυτον. B.

1349. δύστηνος ἐγώ: ἐπειδὴ χρησμὸν ἔλαβε παρὰ τοῦ Ἀπόλλωνος ὁ Θησεὺς ὅτι εἰς ὃ ἂν εὔξηται τῷ Ποσειδῶνι τρίτον τελειοῦται αὐτῷ. χρησμοῖς δὲ τοῖς αἰτήμασι, ταῖς κατάραις. εἰσὶ δὲ αἱ εὐχαὶ Θησέως πρὸς Ποσειδῶνα τρεῖς, πρῶτον ἀνελθεῖν ἐξ Ἅιδου, δευτέρου ἐκ λαβυρίνθου, τρίτον Ἱππολύτου θάνατον.

1350. χρησμοῖς: διαβολαῖς. A. αἰτήσεσι. B.

1353. σφάκελος: σπαρσγμὸς, ὁ μετὰ ὀδύνης σπασμὸς, κατὰ συγγένειαν τοῦ π εἰς φ. A.B. Fl. B.

1355. στυγνόν : μεμισημένον τοῦ ἱππασμοῦ. B.

1356. βόσκημα χερός: ἀνάθρεμμα. A. τὸ τραφὲν ταῖς χερσί μου. B.

1360. τὶς ἐφέστηκεν δεξιᾶ: γρ. ἐνδέξια χωρὶς τοῦ ῑ, ὡς τὸ ἐνδέξια φῶτα ἕκαστον.” B.

1361. πρόσφορα: προσεχόντως. B.

σύντονα δʼ ἕλκετε: ἀντὶ τοῦ συντόνως, ἤγουν ἁρμοδίως καὶ προσεχόντως καὶ συμφώνως, μὴ ὁ μὲν ἄνω, ὁ δὲ κάτω, ἀλλʼ ἐξ ἴσου βαστάζετε ἡ δὲ μεταφορὰ ἀπὸ τῶν μουσικῶν τόνων.

1362. κατάρατον: τὸν κατάραις ἀπολλύμενον. B.

1366. κατάκρας γρ. κατὰ γᾶς. A.

κατὰ γᾶς: γρ. καὶ κατʼ ἄκρας. B.

1373. θάνατος παιάν: σωτὴρ καὶ ἰατρὸς προσέλθοι ὁ θάνατος. B.

[*](1. ἀγαθὰ καὶ] ἀγαθὸς I. ib. αἱ om. A. 2. κωλυομένη] μὴ κωλυομένη Matth. 10. πρὸς] ὡς A. 4. δὲ ἀντὶ τοῦ om. A. ib. τρεῖς om. A. ib. συνέπεσον] συνέπεσαν A. 13. σπαραγμός om. A., a m. rec. B. ib. ἢ add. A. 19. ἐνδέξια] Hom. Od. 17, 365. 8. τρίτον τελειοῦται om. A. ubi schol. διχῶς, ἐνδέξια καὶ ἐνδεξιά. 9. ταῖς κατάραις] τοῖς κατὰ κόραις Conf. schol. ad Il. 7, 184. A. 23. δὲ add. A.)
197

1375. ἀμφιτόμου: τῆς ἀμφοτέρωθεν κοπτούσης. γρ. καὶ διστόμου. B.

1376. διαμοιρᾶσαι: διακόψαι ἐπιθυμῶ καὶ διατεμεῖν. λείπει δὲ τὸ ὥστε. B.

1378. ὦ πατρός: τινὲς τὸ ὦ σχετλιαστικὸν προφέρονται, στίζοντες εἰς αὐτὸ, ἵνʼ ᾖ ἡ δύστηνος ἀρὰ τοῦ ἐμοῦ πατρὸς ἐπʼ εὐθείας, καὶ συναπτόμενον τοῖς ἑξῆς. τινὲς εἰς τὸ ἀρά τελείαν παρέχουσιν, ἵνʼ ᾖ καθʼ ἑαυτὸ τὸ κῶλον καὶ ὁ τέ σύνδεσμος ὁ ἑξῆς περιττός.

1380. προγεννητόρων: τὸ τῶν προγόνων κακὸν εἰς ἐμὲ ὁρίζεται καὶ φέρεται καὶ ἐπέρχεται εἰς τιμωρίαν. Ἄλλως. ἀπὸ τοῦ ὅρου ἐκείνων εἰς ἐμὲ ἔρχεται τὸ τῶν προγόνων μύσος. ἀναφέρει δὲ καὶ ἐπὶ τὸν τῶν Παλλαντιδῶν φόνον. εἰς δὲ τὸ τί ποτε λείπει ἡ διά, ἵνʼ ᾖ, διὰ τί ἐπʼ ἐμὲ τὸν οὐδὲν ὄντʼ ἐπαίτιον τῶν κακῶν. ὁ δὲ ποτέ παρέλκει.

1386. ἀναλγήτου: πολυαλγήτου. A.B.