Quaestionum Homericanum ad Iliadem pertinentium reliquiae

Porphyrius

Porphyrius. Porphyrii Quaestionum Homericanum ad Iliadem pertinentium reliquiae, Fasc I-II. Schrader, Hermann, editor. Leipzig: Teubner, 1880-1882

239. 40. ζητεῖται διὰ τί ἄκοντά φηϲι τὸν ἥλιον δῦναι. Κράτηϲ μὲν τὸν αὐτὸν Ἀπόλλωνα εἶναι καὶ ἥλιον· ἐπιτυγχανόντων οὖν τῶν Τρώων, χρονίζειν ἡδόμενόν τε καὶ μηκύνοντα αὐτοῖϲ τὸ ἐπίτευγμα· Ἥραν δὲ τὰ ἐναντία βουλομένην ἀναγκάζειν αὐτὸν δύνειν. Ἀγαθοκλῆϲ [*](2 τὰ αὐτὰ οὐχ ἥρμοϲεν cod. correxi e schol. min. (v. infra ) 4 ἀχιλλεὺϲ ἡνίοχοϲ νομίζεται cod. corr. e schol. min. 6 αὐτὸν ὁπλιϲθῆναι ἀχιλλέο cod. corr. e schol. B⟩ (v. infr.) 7 ἰϲα cod. ἥραντα cod.; corr. e B⟩ 8 προῦργον corrupt., προὔργου scribendo non multum lucramur 9 pro φηϲὶν Vill φαϲὶν 16 —19 ἡδόμενον δὲ καὶ μὴ κοινὸν τὸ αὐτοῖϲ τὸ ἐπίτευγμα Ἥραν δὲ τὰ ἐναντία βουλομένην αὐτὸν ἀναγκάζειν ἡδόμενον δὲ καὶ μηκύνοντα αὐτοῖϲ τὸ ἐπίτευγμα Ἥραν δὲ τὰ ἐναντία βουλομένην ἀναγκάζειν αὐτὸν δύνειν (sic) cod. corr. Bkk.) [*](1 —8 Quamvis si singula verba spectas pessime tradita sint, e cod. L. edidi, quoniam quae e scholiis H et min. statim afferentur e fonte simillimo hausta in formam breviorem redacta sunt. Eadem Eust.. Σ, p. 1137, 44 in usum suum convertit, ubi quae leguntur: λυθήσεται δὲ τὸ ἄπορον καὶ ἀπὸ τῆς λέξεως· κλυτοὶ γὰρ τύχεα ἐθέλει δῦναι , τοιαῦτα δὲ οὐκ ἔχει εὑρεῖν, εἴπερ τοιαῦτα λἑγει τὰ ἡφαιστότευκκτα, cum lin. 3 cohaerent.) [*](1 —5 Schol. min. (c.l. ἂλλου δ’ οὔ θην οἶδα τοῦ ἄν κλυτὰ τεύχεα δύω): . . . . διά τί δὲ, φησἲ, τὴν Πατρ. ἥρμοσε; καί φασί τινες ἵνα διᾶ παντὸς Ἀχιλλέως ἡνίοχος νομίζηται.) [*](5 —8 †Β⟩ f.. 251 a ad οἶδα: διὰ τί τοῖς Πατρόκλου ὅπλοις οὐχ ὁπλόζεται; φασὶν Αὐτομέδοντα φορεῖν τὰ Πατρόκλου, ὅπως δόξῃ Πάτροκλος εἶναι. ἢ ὅτι. μείζονα μὲν ὥστε οὐκ ἠδύναττο αὐτοῖς ὁπλισθῆναι Ἀχιλεύς. ἢ τῷ μεγέθει. μὲν ἴσα πάντα κίνδυνον. Eadem omissa quaerendi forma Vict. f. 343.) [*](9. 10 Ct Porph E 7, p. 79, 24: ἵν’ ὡς πυρὸς φαντασία, οὐκ εἰδικῶς πῦρ.) [*](15 sqq. Cf. B f. 252a ad πέμπεν v. 240 (id. L. f. 398a; simil. Vict. f. 344a): ἐπεὶ ὑπέσχετο Ζεύς· δύῃτ’ ἠέλιος (P 455). Ἀπόλλων δὲ ⟨ἐστὶν L.⟩ ὁ ἥλιος, ὃς ἄκων δύνει· ἠπίστατο γὰρ πρὸς ἀριστείαν Τρωσὶ δοθεῖσαν παρὰ Διὸς τὴν ἠμέραν. μυθικὸν δέ ἐστ τὸ ὅλον. Eust. Σ, p. 1140, 49, Agathoclis explicandi rationem Crateti tribuit.)

225
δέ φηϲι ϲυνάγεϲθαι, ὅτι καθ’ Ὅμηρον ἐναντίωϲ τῷ οὐρανῷ φέρεται ὁ ἥλιοϲ, τῇ δὲ δίνη αὐτοῦ ϲυνέλκεται Ἥραν γὰρ εἶναι τὴν τοῦ παντὸϲ φύϲιν ἐκ τοῦ ἢ οὐ μέμνῃ ὅτε τ’ ἐκρέμω ὑψόθεν (Ο 18), ἕλκεϲθαι δὲ ἄκοντα τὸν ἥλιον ὑπὸ τῆϲ δίνηϲ ὑπὸ τὰϲ δυϲμάϲ.

245 sqq. ἐζήτηται πρὸϲ τί τὴν ἐκκληϲίαν ἀθροίζει. τινὲϲ μὲν οὖν[*](L. f. 412a Cf. schol. min. V. 245.) τὸν ποιητήν φαϲι μετάγειν τὴν μάχην εἰϲ λόγουϲ ἀεὶ θηρώμενον τὸ ποικίλον. οἱ δὲ, διὰ δέοϲ τοὺϲ Τρῶνϲ αὐτομάτουϲ ϲυνδραμεῖν καὶ ἀναγκαϲθῆναι δημηγορεῖν τὸν Ἕκτορα.

270. 71. . . . . διὰ τί δὲ μὴ ἰδίᾳ ταῦτα πρὸϲ Ἕκτορά φηϲιν; ὅτι[*](B f. 252a ad γνώϲεται.) τὸ πλῆθοϲ ἐξαίφνηϲ τὸ πολ καὶ ταραχῶδεϲ εἰϲ ἐκκληϲίαν ϲυνέρρευϲεν.

308"( Vat. ζητ. λβ′) v. in fine operis.

334. 35. πῶϲ, φηϲὶν, ἄταφον ἐῷ τὸ ϲῶμα, τῆϲ τοῦ Ἕκτοροϲ ἀναιρέϲεωϲ[*](B f. 254a ad οὔ ϲε πρὶν. L f. 402a.) ἀδήλου οὕϲηϲ, ῥητέον δὲ ὅτι παρὰ τῆϲ μητρὸϲ ἐδιδάχθη, ὅτι ἐγγὺϲ αὐτῷ φόνοϲ ἐϲτί. πῶϲ δὲ τὰ ἑαυτοῦ ὅπλα Ἕκτορόϲ φηϲιν: ἢ τοίνυν τὸ Ἕκτοροϲ πρὸϲ τὸ κεφαλήν μόνον ἐκληπτέον, ἢ ὅτι καὶ αὐτὰ τοῦ ἀφελομένου κτῆμα γέγονεν.

356 sqq. De fragmento e Zenodori libro περὶ τῆϲ Ὁμήρου ϲυνηθείαϲ petito, a Villoisono et Bekkero ad Porphyrium relato, a.. Dindorfio recte ab illo abiudicato, v. Prolegg. cap. IIl, 4.

376. v. ad H 298, p. 110, 3 sqq.

431. καὶ πῶϲ φηϲιν ἡ Ἥρα (Ω 60) καὶ ἀνδρὶ πόρον παράκοιτιν;[*](B f. 255b ad Ζεὺϲ ἄλγε’ L f. 405a.) ἢ ὅτι τῶν ϲυμβαινόντων τῷ Διὶ τὴν αἰτίαν ἀναφέρουϲιν ὡϲ ἄρχοντι· ἢ ὅτι αὐτῇ αἴτιοϲ τοῦ γάμου.