Panarion (Adversus Haereses)

Epiphanius

Epiphanius. Epiphanius, Volume 1-3. Holl, Karl, editor. Leipzig: Hinrichs, 1915-1933.

Τατιανός τις ἀνέστη τούτους διαδεξάμενος ἤτοι κατὰ τοὺς αὐτῶν χρόνους ὤν ἤ μετ’ αὐτοὺς πάλιν τὴν ἑαυτοῦ τῆς κενοφωνίας [*](2 Joh. 15, 1 — 5 vgl. Didaskalia 1, 1; S. 2, 5 Funk (S. 1, 5 Flemming-Achelis) — 7 vgl. Matth. 21, 33ff u. Par. — 9 vgl. Matth. 20, 1ff — vgl. mit der Darstellung des Epiph. Irenaeus adv. haer. I 28, 1; I 220 Harvey Hippolyt refut. VIII 16; S. 236, 6ff Vendland X 18; S. 279, 16 Ps. Tertullian adv. omn. haer. 7 Filastrius haer. 48; S. 25, 14ff Marx Clemens Al. strom. III 81, 1ff; II 232, 22ff) [*](V M ) [*](7 παραβολήν + <φησίν> ?* 10 ἀξῆλθε — ἀμπελῶνα2 < Μ 11 ἐννάτην Μ 18 ἤ *] εἰ VM 19 σπανίους *] σπανίως VM 21 διασκοπήσομεν V 24 Unterschrift κατὰ Σευηριανῶν VM 25 Überschrift κατὰ Τατιανῶν εἰκοστὴ ἕκτη ἡ καὶ μς V M 27 ὤν ἤ μετ’ αὐτοὺς angeflickt Vcorr)

203
διδασκαλίαν προστησάμενος.

καὶ τὰ μὲν πρῶτα, οἷα δὴ ἀπὸ Ἑλλήνων ὁρμώμενος καὶ τῆς τῶν Ἑλλήνων παιδείας ὑπάρχων, συνακμάζει Ἰουστίνῳ τῷ φιλοσόμῳ, ἀνδρὶ ἁγίῳ καὶ φίλῳ θεοῦ, τῷ ἀπὸ Σαμαρειτῶν εἰς Χριστὸν πεπιστευκότι.

οὗτος γὰρ ὁ Ἰουστίνος Σαμαρείτης ἦν τὸ γένος, εἰς Χριστὸν <δὲ> πεπιστευχὼς καὶ μεγάλως ἐξασκηθεὶς ἀρετῆς τε βίον ἐνδειξάμενος τὸ τέλος ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσας τελείου στεφάνου καταξιοῦται ἐπὶ τῆς Ῥωμαίων ἐπὶ Ῥουστικοῦ ἡγεμόνος καὶ Ἀδριανοῦ βασιλέως, ἐτῶν τριάκοντα ὑπάρχων ἐν καθεστώςῃ Ἡλικίᾳ.

τούτῳ ὁ προειρημένος Τατιανὸς συνακμάσας τὰ πρῶτα καλῶς φερόμενος καὶ τῇ πίστει ἐρρωμένος ἐτύγχανεν, ὅσον ἦν σὺν τῷ ἁγίῳ Ἰουστίνῳ τῷ μάρτυρι.

ὅτε δὲ ἐτελεύτα Ἰουστίνος ὁ ἅγιος, ὥσπερ τυφλὸς χειραγνγούμενος [*](Stählin Eusebius—Hieronymus Chronik z. Jahr 172; S. 206, 13 Helm h. e. IV 29, 1ff; S. 390, 1ff Schwartz Theodoret haeret. fab. I 20) [*](1f vgl. Tatian or. c. 42; S. 43, 10 Schwartz ταῦθ’ ὑμῖν, ἄνδρες Ἕλληνες, . . . Τατιανὸς συνέταξα . . . , παιδευθεὶς . . . πρῶτον μὲν τὰ ὑμέτερα c. 1; S. 2, 9, dazu Eusebius h. e. IV 16, 7; S. 358, 2ff Schwartz Τατιανός, ἀνὴρ τὸν πρῶτον αὐτοῦ βίον σοφιστεύσας ἐν τοῖς Ἐλλήνων μαθήμασιν καὶ δόξαν οὐ σμικρὰν ἐν αὐτοῖς ἀπενηνεγμένος — 3 vgl. Irenaeus adv. haer. I 28, 1; I 220 Harvey Ἰουστίνου ἀκροατὴς γεγονώς Hippolyt refut. VIII 16; S. 236, 6 Wendland γενόμενος μαθητὴς Ἰουστίνου τοῦ μάρτυρος Ps. Tertullian adv. omn. haer. 7 hic Iustini martyris discipulusfuit Theodoret haeret. fab. I 20 τατιανὸς δὲ ὁ Σύρος σοφιστὴς ἐγεγόνει τὸ πρῶτον, ἔπειτα δὲ καὶ τοῦ θεσπεσίου Ἰουστίνου τοῦ μέρτυρος ἐγένετο φοιτητής — 5 zu Σαμαρείτης vgl. Justin dial. c. 120 — 8f Rusticus, bestätigt durch die Märtyrerakten, vgl. dazu Zahn Forsch. VI 14A. — ἐπὶ Ἀδριανοῦ βασιλέως und τριάκοντα ἐτῶν ὑπάρχων ist beides unmöglich: Harnachk, altchr. Lit.-Gesch. II 1,283 möchte die 30 Jahre als Mibverständnis einer Quellenangabe über das christliche Lebensalter Justins, d. h. über die Zeit von der Bekehrung Jusins ab, verstehen; eher könnte man, da das ἐπὶ Ἀδριανοῦ βασιλέως und ἐτῶν τριάκοντα ὑπάρχων ἐν καθεστώςῃ ἡλικίᾳ unter sich zusammenpabt, vermuten, dab die Angabe sich ursprünglich auf das Lebensalter bezog, in dem Justin zum Christentum übertrat — 10 ff vgl. Irenaeus adv. haer. I 28, 1; I 220 Harvey ἐφόσον μὲν συνῆν ἐκείνῳ οὐδὲν ἐξέφηνε τοιοῦτον· μετὰ δὲ τὴν ἀκείνου μαρτυρίαν ἀποστὰς τῆς ἐκκλησίας Ps. Tertullian adv. omn. haer. 7 post hune diversa sentire coepit Theodoret haeret. fab. I 20 μετὰ δὲ τὴν τοῦ διδασκάλου τελείωσιν ἐπόθησε γενέσθαι προστάτης αἱρέσεως) [*](V M) [*](2 ὑπάρχων] μετέχων? * 4 τῶ . . . πεπιστευκότι aus τοῦ . . . πεπιστευκό- τος Vcorr τοῦ. . . πεπιστευκότος Μ 5 ὁ nachgetragen Vcorr | <δὲ> * Κλοστερμ. 8 Ῥωστικοῦ V)

204
<ὃς> ὑπὸ τοῦ χειραγωγοῦ καταλειφθείη καὶ καταλειφθεὶς ἐπὶ κρημνὸν ἑαυτὸν ἐκδοὺς διὰ τὴν προσοῦσαν αὐτῷ τύφλωσιν καταφέρεται ἀνεπισχέτως, ἕως εἰς θάνατον κατενεχθείη, οὕτω καὶ αὐτός.

Καὶ ἦν μὲν Σύρος τὸ γένος, ὡς ἡ εἰς ἡμᾶς ἐλθοῦσα γνῶσις περιέχει· τὸ δὲ αὐτοῦ διδασκαλεῖον προεστήσατο ἀπ᾿ ἀρχῆς μὲν ἐν τῇ Μέσῃ τῶν ποταμῶν, ὡς περὶ τὸ δωδέκατον ἔτος Ἀντωνίνου τοῦ εὐσεβοῦς Καίσαρος ἐπικληθέντος.

ἀπὸ Ῥώμης γὰρ μετὰ τὴν τοῦ ἁγίσε διατρίβων, κακῇ διανοίᾳ περιπεσὼν αἰῶνάς μέρη καὶ ἐκεῖσε διατρίβων, κακῇ διανοίᾳ περιπεσὼν αἰῶνάς τινας κατὰ τοὺς μύθους Οὐαλεντίνου καὶ ἀρχάς τινας καὶ προβολὰς καὶ αὐτὸς εἰσηγήσατο.

τὸ δὲ πλεῖστον τοῦ αὐτοῦ κηρύγματος ἀπὸ Ἀντιοχείας τῆς πρὸς Δάφνην καὶ ἐπὶ τὰ τῶν Κιλίκων μέρη, ἐπὶ πλεῖον δὲ ἐν τῇ Πισιδίᾳ ἐκράτυνεν· ἀπὸ τούτου γὰρ κατὰ διαδοχὴν οἱ Ἐγκρατῖται λεγόμενοι τοῦ ἰοῦ μετεσχηκότες ὑπάρχουσι.

λέγεται δὲ τὸ διὰ [*](4 Σύρος (oben S. 4,9 hieβ es ἀπὸ Μεσοποταμίας), ebenso Clemens Al. strom. III 81, 1; II 232, 22 Stählin Theodoret haer. fab. I 20, dazu Zahn, Forsch. II294; Tatian selbst nennt sich or. 42 γεννηθεὶς . . . ἐν τῇ τῶν Ἀσσυρίων γῇ — 5 zu διδασκαλεῖον vgl. Irenaeus adv. haer. I 28, 1; I 220 Harvey οἰήματι διδασκάλου ἐπαρθεὶς . . . ἴδιον χαρακτῆρα διδασκαλείου συνεστήσατο; Zahns Auffassung von διδασκαλεῖον (Forsch. I 284 A. 2) = Lehre ist schon sprachlich unmöglich — 5—6 ἐν τῇ Μέσῃ τῶν ποταμῶν nur durch Epiph. überliefert — 6 περὶ τὸ δωδέκατον ἔτος Ἀντωνίνου τοῦ εὐσεβοῦς Καίσαρος ἐπικληθέντος von Zahn (Forsch. I 282) mit der angabe des Eusebius zun 12. Jahr des Mark Aurel (Chronik S. 206, 13 Helm Tatianus haereticus ajnoscitur) zusammengestellt und dadurch Antoninus Pius als Irrtum statt Mark Aurel erwiesen — 9ff vgl. Irenaeus adv. haer. I 28, 1; I 220 Harvey αἰῶνάς τινας ἀοράτους ὁμοίως τοῖς ἀπὸ Οὐαλετίνου μυθολογήσας, wörtlich ebenso Hippolyt refut. VIII 16; S. 236, 8f Wendland Ps. Tertullian adv. omn. haer. 7 totus enim secundum Valentinum sapit; vgl. Clemens Al. strom. III 92, 1; II 238, 22 von Tatian ὁ δ᾿ ἐκ τῆς Οὐαλεντίνου ἐξεφοίτησε σχολῆς— 11ff vgl. haer. 47, 1, 3; S. 215, 10, dazu Macarius Magnes III 43; S. 151 Blondel τοιαύτας αἱρέσεις ἡ τῶν Πισιδίων ἔχει καὶ τῶν Ἰσαύρων χώρα, Κιλικία τε καὶ Λυκαονία καὶ Γαλατία, ὦν καὶ τὰς τῶν Ἰσαύρων χώρα, Κιλικία τε καὶ Λυκαονία καὶ πᾶσα Γαλατία, ὧν καὶ τὰς ἐπωνυμίας ἐργῶδες ἀπαγγεῖλαι· Ἐγκρατηταὶ γὰρ καὶ Ἀποτακτῖται καὶ Ἐρημῖται καλοῦνται) [*](V M) [*](1 <ὃς> Öh. | καταλειφείη M 10 καὶ προβολὰς nachgetragen Vcorr)

205
τεσσάρων εὐαγγέλιον ὑπ᾽ αὐτοῦ γεγενῆσθαι, ὅπερ κατὰ Ἑβραίους τινὲς καλοῦσι.