Dialexeis
Maximus of Tyre
Maximus of Tyre. Maximi Tyrii philosophumena. Hobein, Hermann, editor. Leipzig: Teubner, 1910.
Φαίην δʼ ἂν ἔγωγε, οὐδὲ ἀκούσῃ εἶναι τῇ γενναίᾳ ψυχῇ φθορὰν σώματος· οἷον εἰ καὶ δεσμώτην ἐννοήσαις ὁρῶντα σηπόμενον καὶ διαρρέον τὸ τειχίον τοῦ δεσμωτηρίου, ἀναμένοντα τὴν ἔκδυσιν καὶ τὴν ἐλευθερίαν τοῦ Ἑρμοῦ, ἵνα ἐκ πολλοῦ καὶ ἀφεγγοῦς [*](1 Ἀλκιβιάδης Σικελίαν vi. or. 11. 6 d ἐπιθυμῶ sq et quae ibi adnotavi ‖ 3 πυρετιῶντι vi. or. 3. 6 a; 25. 5 e ὥσπερ aq. ‖ 15 οἷον sq. cf. Lucian. catapl. 2 παῤ ἡμῖν (scil. ἐν Ἅιδου) ἀσφόδελος μόνον . . . τὰ δὲ ἄλλα ζόφος καὶ ὁμίχλη καὶ σκότος, ἐν δὲ τῷ οὐρανῷ φαιδρὰ πάντα . . . καὶ παῤ ἡμῶν ἀνίπταται (scil. Ἑρμῆς) καθάπερ ἐκ δεσμωτηρίου τινὸς ἀποδιδράσκων aq.) [*](3 ταῦτά — 5 νόσου v (: ἀνάστασις) ‖ 9 ὡς Φερεκύδης — 12. 13 περιβλήματος p) [*](3 πυρετιῶντι Schenkl πυρέττων codd. unde πυρέττοντι φα(δ Δ) ‖ 4 φθορὰ καὶ om. v ‖ 5 αὐχμή v ‖ 7 φθείρεται (ει in ras.) R! | ἂν α(θ) ‖ 9 ὡς] ὁ p | ὑπερφρονεῖ om. p. ‖ 10 ἐν σορῷ MN φ ἐν τῇ σορῷ α(δ) | κείμενος 〈καὶ νοσῶν ὑπερεφρόνει〉 τῶν p | αὐτῶν p αὐτοῦ MN | διαφθειρομένων p ‖ 14 ἀκούσῃ Markl. (Duebn.) ἀκούσης codd. (ἀκούσαι BH) ἄκουσαν Dav. ἀκούσῃ ἂν Reiske ‖ 18 Ἑρμοῦ Hob. cum R (ἐρμοῦ) cf. Lucian catapl. 2 ἕρματος B εἱργμοῦ cett. (δΔ) 〈ἀπὸ τοῦ〉 εἱργμοῦ Reiske ἀφ÷ εγγοῦς R!)
ἐλευθέρῳ; Τί οὖν ἄλλο ἡγεῖ τῇ ψυχῇ εἶναι τὸ [*](Ed. Duebn. p.50)δέρμα τοῦτο καὶ τὰ ‖ ὀστᾶ καὶ τὰς σάρκας; χλανίδια ἐφήμερα, καὶ ῥακία ἀσθενῆ καὶ τρύχινα·
ταῦτα καὶ σίδηρος διαρρήγνυσιν, καὶ πῦρ τήκει, καὶ ἕλκη ἐπινέμεται.
Ἡ μὲν οὖν ἀγαθὴ ψυχὴ καὶ διαπεπονημένη καὶ ἠσκημένη ἀμελεῖ, καὶ ὡς τάχιστα ἐφίεται γυμνωθῆναι· ὥστε κἂν ἐπιφθέγξαιτό τις τῷ γενναίῳ ἀνδρί, νοσοῦντα τῷ σώματι θεασάμενος, τὸ τοὐ Ὀδυσσέως ἐκεῖνο, [*]((σ 73))
Ἡ δὲ δειλὴ ψυχὴ κατορωρυγμένη ἐν σώματι, ὡς ἑρπετὸν | νωθὲς εἰς φωλεόν, φιλεῖ τὸν φωλεόν, καὶ οὐδεπώποτε θέλει ἀπαλλαγῆναι αὐτοῦ, οὐδὲ ἐξερπύσαι, ἀλλὰ [*](44b) καιομένῳ συγκάεται, καὶ σπαραττομένῳ συσπαράττεται, καὶ ἀλγοῦντι τῷ σώματι συναλγεῖ, καὶ βοῶντι συμβοᾷ. [*](6 ἀέρι φίλος ut Diogenes vi. or. 36. 5 e cf. Dio Chrys. 6. 14 | ἐλεύθερον ut Diogenes vi. or. 36. 5 b et c cf. Lucian. vit. auct. 7 De- mon. 3 Diog ep. 7 ‖ 8 χλανίδια sq. cf. Seneca ep 92 12 ‖ 11 ἡ μὲν οὖν sq vi. or. 10. 9 e ‖ 16 ψυχὴ κατορωρυγμένη ἐν σώματι vi. or. 10. 1 f nam σῆμα τινές φασιν τὸ σῶμα εἶναι τῆς ψυχῆς cf. Plat. Grat. 400 b Gorg. 493 a Philo. all. leg. 1 Sext. Κmp. hyp. III 230 lulian. VI 189 c | ὡς ἑρπετὸν sq. vi. or. 27. 5 h etiam or. 10 5 g ‖ 20 βοῶντι συμβοᾶ vi. or. 27 5 h) [*](7 τί οὖν — 9 ἀσθενῆ v (: ἐφήμερος) | τί οὖν — 10 ἐπινέμεται n) [*](4 (cf. 10) διαρηγνυμένων R! ‖ 6 ψιλὸν ψιλῷ Combes ‖ 7 οὖν ἂν ἄλλο n ‖ 8 〈ἢ〉 χλανίδια Bφα (δ Δ) sed vi. p. 5 19 28 3; 45. 20 al. ‖ 9 τρίχινα MNn α(δ) ‖ 14 τὸ (ante τοῦ) om. MN α(δ) τὸ 〈περὶ〉 Dav ‖ 19 συγκαίεται α(θ) ‖ 20. p. 83. 1 συμβοᾶς ὁ ποῦς R! (pr. man. corr.) B)
εἰ δὲ ἡγεῖ τῷ ὄντι τὸν θάνατον παιᾶνα εἶναι καὶ ἀπαλλακτὴν κακοῦ καὶ ἀπλήστου καὶ νοσεροῦ θρέμματος, ἡγεῖ καλῶς· εὔχου, καὶ κάλει τὸν παιᾶνα.