Dialexeis

Maximus of Tyre

Maximus of Tyre. Maximi Tyrii philosophumena. Hobein, Hermann, editor. Leipzig: Teubner, 1910.

Τίς ἂν οὖν καὶ γένοιτο ἡ σκέψις ἡμῖν; καὶ τίς ὁ

τῆς δοκιμασίας οὗτος τρόπος; Φέρε, εἴ τις ἐπεχείρει τὸν βοῦν ὑπολύσας τῶν ἀρότρων, καὶ τὸν ἵππον τῶν [*](8 οἱ ἀγρυρογνώμονες sq. vi. simnil. or. 18. 3b ἀλλʼ ὥσπερ sq. || 10. 11 τὰ φαινόμενα . . ἀγαθὰ cf. Albin. 27 τῶν λεγομένων ὑπὸ τῶν πολλῶν ἀγαθῶν οἷον ὑγείας κάλλους τε καὶ ἰσχύος καὶ πλούτου . . μηδὲν εἶναι καθάπαξ ἀγαθὸν sq. Apul. dogm. Pl. II 1 vi. etiam or. 18. 3c ἐὰν γὰρ sq. et quae ibi adnotavi || 16 τὸν βοῦν ὑπολύσας sq. vi. or. 23. 4b βοῦς ἀροῖ sq. etiam or. 29. 7h cf. Cicer. nat. deor. l 14. 37 Porphyr. abstin. 20 Varro fragm. 559 Senec. ben. IV 5. 2 Philo fragm. 675 M) [*](15 φέρε — 16 ἀρότρων v (: ὑπολύσας)) [*](1 τοῦ ἀγαθοῦ x || 1.2 ἐρουμένους x || 3 τὸ μὴ (η in ras.) R! || 5 (et 12) κερματιστῶν (κερματισταί) Markl. φαύλων χρηματιστῶν Reiske || 8 ἐνταῦθα (αυ in ras.) R! | διεκρίνατο (suprascr. ν) R! διέκριναν Reiske || 9 ἀγαθων-νομῇ R! | νομῇ] οὐ μὴ Reiske || 10 〈οὐ (μὴ)〉 διακρίνει Heins. (Dav.2) || 12 μοχθηροὶ] πονηροὶ NQVρ || Β Α 15 οὗτος τρόσς V τρόπος οὗτος ϛ(δΔ) || 16 ἀρότρων (in ras. ex ἁρμάτων) R! | τῶν ἵππων (pr. man.) R!N)

363
ἁρμάτων, || ὑπαλλάξας ἑκατέρου τὴν ἐργασίαν, ὑπαγαγεῖν [*](Ed. Duebn. p.5) τὸν μὲν βοῦν τῷ ἅρματι, τὸν δὲ ἵππον τῷ ἀρότρῳ, ἆῤ οὐκ ἂν ἦν πρὸς μὲν τὴν φύσιν παράνομος, πρὸς δὲ τὰ ζῷα αὐτὰ ὑβριστής, πρὸς δὲ τὰς τέχνας ἀμαθής, πρὸς δὲ τὴν χρείαν ἀκερδής, πρὸς δὲ

τὴν ὑπηρεσίαν καταγέλαστος; Τί δὲ τὰ τούτων ἔτι ἀτοπώτερα; εἰ τῶν μὲν ὀρνίθων ἀφελὼν τὰ πτερά, βαδιστικὰ ἐκ πτηνῶν εἶναί σοι θέλῃς, τὸν δὲ ἄνθρωπον [*](5a)πτερώσας παραδῷς τῷ αἰθέρι φέ|ρεσθαι διʼ αὐτοῦ, ὄρνιθος δίκην, οὐκ ἔσῃ καταγέλαστος τῆς ἀλλαγῆς;

Ὁπότε μηδὲ ὁ μῦθος τὸν Δαίδαλον ἠνέσχετο ἀτόπους οὕτω τέχνας πραγματευόμενον, ἀλλὰ ἀπέρριψεν αὐτῷ τὸν παῖδα τοῦ αἰθέρος εἰς γῆν κάτω αὐτοῖς πτεροῖς

Φασὶν δὲ καὶ Καρχηδόνιον νεανίαν ἀγρεῦσαι λέοντα ἄρτι ἐκ γάλακτος, καὶ ἡμερῶσαι τοῦτον παρανόμῳ τροφῇ, καὶ τὸν θυμὸν αὐτοῦ ἐξελεῖν διαίτῃ νόθῳ, [*](11. 12 Δαίδαλον . . ἀτόπους οὕτω τέχνας πραγματευόμενον ex eadem sententia qua Horatius od. l 3. 34 ‘expertus vacuum Dae- dalus aera pinnis non homini datisʼ || 14 Καρχηδόνιον νεα- νίαν scil. Hannonem cf. Aelian. nat anim. 5. 39 Ἄννων οὖν λέοντα εἶχε σκευαγωγὸν Plin. nat. hist. 8. 21 Plut. rei publ. ger. pr. 3 (799) Ἄννωνα λέοντι χρώμενον σκευοφόρῳ παρὰ τὰς στρατείας αἰτιασά- μενοι τυραννικὰ φρονεῖν ἐξήλασαν errat igitur scholiastes Ma- ximi Hasdrubalem illum fuisse ratus) [*](14 Καχρηδόνιον — p. 364. 4 δυστυχίᾳ Apostol. X 61 (═ Arsen. 33. 77)) [*](14 νεανίαν] in mge ἰστέον (om. HQV) τὸν ἀσδροῦβαν φησίν (φασὶ QV) R (schol. vet. a) V (rubr.) HQ) [*](3 φύσιν] φωνὴν MN || 7 εἰ] ἐὰν Meiser || 8 ἐκ πτηνῶν om. N (pr. man.) α(δ) | θέλεις BMNQV θέλοις α(δ) Orelli || 10 τῆς ἀλ- λαγῆς om. MN (pr. man.) α add. Steph (ex ρ) || 13 εἰς γῆν] εἰς τὴν lacobs (apud Duebn.2 praef.) εἰς θάλασσαν Markl. εἰς Αἰ- γαῖον Duk. || 14 Καρχηδόνιόν 〈φασι〉νεανίαν Apost.)

364
ὥστε ἐπιθεὶς αὐτῷ φορτίον ἤλαυνεν διʼ ἄστεος ὄνου δίκην· ἀλλὰ ἀπέκτεινάν γε αὐτὸν Καρχηδόνιοι μισήσαντες τῆς παρανομίας, ὡς τύραννον μὲν τῇ φύσει, ἰδιώτην δὲ τῇ δυστυχίᾳ.