GetPassage urn:cts:greekLit:tlg0616.tlg001.1st1K-grc1:1.2 urn:cts:greekLit:tlg0616.tlg001.1st1K-grc1:1.2
2. ΠAN.

Διονύσου στρατηγὸς ἦν Πάν· οὗτος πρῶτος τάξιν e. 12, 1 εὗρεν , φάλαγγα ὠνόμασε, κέρας ἔταξε δεξιὸν καὶ λαιόν. ταύτῃ τοι ἄρα κερασφόρον τὸν Πᾶνα δη- μιουργοῦσιν· ἀλλὰ δὴ καὶ πρῶτος οὗτος πολεμίοις φόβον ἐνέβαλε σοφίᾳ καὶ τέχνῃ. ἦν * * Διονύσῳ ἐν κοίλῃ νάπῃ· ἥγγειλαν οἱ σκοποὶ μυρίαν χεῖρα πολε- μίων ἐπέκεινα στρατοπεδεύειν· ἔδεισε Διόνυσος, σὐ μὴν ὅ γε Πὰν, ἀλλὰ ἐσήμηνε νύκτωρ [τῇ] Διονυ- σιακῇ στρατιᾷ ἀλαλάξαι μέγιστον. οἱ μὲν ἠλάλαξαν, Cap. 2. Idem narrat Anonym. de Incrediblibus 11, pg. 323 Mytnogr. Westerm. 5 γυναικῶν F] τῶν γυναικῶν vel ὡς γ. 7 ἐμβαίνοντες W coll. 8, 23, 5; ἐπιβαίνοντες F; appropinquantes V, cf. ad 5, 2, 12 13 Πάν F] ὁ Πάν vulg. 14 φάλαγγα ὠνόμασεν F] ὠνόμασε φ. vulg. 17 ἦν . . . Διονύσῳ dedi (in lacuna suppleas στρατόπεδον vel tale quid); ἥν Δ. FΚ; ὄντι Δ. R; ἦν Διονυσος Cas. 19 ἔδεισε F] ἐδεισεν ὁ vulg. || 20 ἐσήμηνε F] ἐσήμαινε vulg. et Anon. de incred. 11; ἐσήμανε K. Usitatior est apud Polyaenum aoristi forma ἐσήμηνα, rarior altera, sed codice HH confrmata; 4, 2, 5, quem l. confert W, σημήνας praebet F || τῇ add. Anon. K. ἀντήχησαν δὲ αἱ πέτραι καὶ τὸ κοῖλον τῆς νάπης ἦχον πολλῷ μείζονος δυνάμεως τοῖς πολεμίοις ἐνε- ποίησεν. οἱ μὲν δὴ φόβῳ πληγέντες ἔφευγον. τοῦ δὲ Πανὸς τὸ στρατήγημα τιμῶντες τὴν Ἠχὼ τῷ Πανὶ φίλην ᾄδομεν καὶ τοὺς κενοὺς καὶ τοὺς νυκτερινοὺς τῶν στρατευμάτων φόβους Πανικὰ κληΐζομεν.