Christus Patiens [Dub.] (Fort. Auctore Constantino Manasse)

Gregory, of Nazianzus

Gregorius Nazianzenus, Christus Patiens, Brambs, Teubner, 1885

    1. καταγάγωμεν χερσὶν ἰδίαις τάχει.
    2. Ναὶ, φίλε Νικόδημε, σὺ πρῶτος τάχει
    3. ἔμβαινε πηκτάς κλίμακος πρὸς ἐμβάσεις,
    4. ἐκπασσαλεύσων διγλύφου δοκοῦ δέμας
    5. λέοντος, ὃν γέγηθε θηράσας λαός.
    6. Σὺ δ’ ἔξιθ’ ὡς τάχιστα καὶ θρηνοῦσα περ·
    7. ὡς ταῦτ᾿ ἄραρε, κοὐκ ἔχεις ἰσχὺν, ὅπως
    8. ταῦτ᾿ ἀνατρέψῃς, κἂν στένῃς κἂν δακρύῃς.
    ΘΕΟΤΟΚΟΣ.
    1. Δειλαί᾿ δύστηνος, εἰ Παῖδ’ οὐχ ὁρῶ
    2. κἂν τεθνεῶτα, μέχρι καὶ τύμβος λάβῃ·
    3. φύγω δὲ δῆμον, ἵνα μή τι καὶ πάθω;
    4. Παιδὸς γὰρ ἄνευ τὶς ἔρως μοι τοῦ βίου;
    5. κλαῦσαι νεκρόν μοι Παῖδα καὶ θάψαι πάρες
    6. ψαῦσαι ποδῶν τε καὶ κατασπάσαι μέλη.
  1. Ἄγ’, ὦ τάλαινα χεὶρ ἐμὴ, νεκροῦ λαβοῦ.
  2. [*](1257 Med. 1338. 1259 Med. 38. 126—65 Bacch. 1202—4. 1266 811. Med. 323 sq. 1273 Med. 1366. 1274 Med. 1401. 1275 Med. 1233.)[*](1255 ὠλέναις ΑΒ. 1257 κινοῦσα Α. ἅς περιξεθρ. Μ. 1258 ἄπιθη Μ. 1262 om. Α. ναὶ CM, καὶ VB. 1265 λεός V, cum ὡς versus, λεώς λεώς b. 1266 σύ δύξιθ᾿ Μ. 1269 δειλαῖ᾿ 1273 πάρος V cum γρ. πάρες. 1274 κατασπάσαι CMAB, sed cf. V. 1315; καταψα[ῦσαι V. 1275 ἄγ’, ὦ VA et Eur., ἁγὼ C, ἐγὼ Μ, ἄγω Β. ἐμοὶ VB.)
    100
    ΙΩΣΗΦ.
    1. Μὴ μὴ κροσοίσῃς χεῖρα μηδ’ ἅψῃ νεκροῦ,
    2. μὴ δῆτ’, ἐπεί μιν ταῖνδ’ ἐγὼ θάψω χεροῖν,
    3. τὸν Νικόδημον εἰσφέρων συνεργάτην,
    4. μύρων χύσιν φέροντα δαψιλεστάτην,
    5. ὡς μή τις αὐτὸν δυσμενῶν καθυβρίσῃ,