De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

89 χρυσοκόλλα δὲ διαφέρει ἡ Ἀρμενιακή, τῇ χρόᾳ κατακόρως [*](22 SIM. Th. lap. 26. 51; Vitr. VII 9; Pl. XXXIII 86 sq. Vitr. VII 9, 6.) [*](22 EXC. Orib. XIII s. v. (χρυσοκόλλα — πρὸ αὐτοῦ); pap. Lug. Bat. (II 245 L. (χρυσοκόλλα — ἀποδοκιμαστέον); Gal. XII 242 (unde Aet. II 81)) [*](1 διʼ ἡμερῶν libri: corr. Sar. coll. Pl. l. s. 175 2 διαχυθῇ E ποιοῦνται Orib.F 3 τις αὐτὸ ἐθέλει QDi 4 ἀναλημπτέον E 5 οὕτως PE: οὕτω reliqui 6 τῶν (pr.) om. Di τῶν ἰπνῶν τῶν E: om. PLOrib.: ἴπνων ἢ QDi βαλανείων ἢ καμίνων H 7 ἢ καμίνων om. Orib.EDi ἄνωθεν φρομένη H 9 ἢ (pr.) om. PL τὸ ἐν Κορ. E ἐν (pr.) om. QOrib. ἢ (alt.) om. L ἐν (alt.) om. HOrib. λακεδαιμονία L 10 τοῦτον τὸν τρόπον Q 11 μάλιστα Ἀττικόν om. Di καὶ μάλιστα QL ἔμπασσον Q: ἔμπλασον Orib.Di 12 ἐν τῇ χρόᾳ Orib. 13 ἔνσπονδον PH: ἔμσπονδον L ὑπάρξῃ Orib: γένηται QDi καὶ om. PL post χρῶ habet ἔστι δὲ αὐτοῦ καὶ ἄλλη καῦσις Di 14 κοίλην λοπάδα Orib.E: καινὴν λοπάδα Di ἐπιτιθείς O 15 νάρθηκα F ἕως δὲ E τῇ χρόᾳ σανδαράκῃ γένηται ὅμοιον Orib. σανδαράχῃ OLDi 16 ἀνελόμενός τε (om. καὶ) Orib. οὕτω HLDi 17 λέγεται HDi τῇ addidi ex H 18 ψυκτικὴν καὶ ἀμικτικήν· ἐμπλαστικὴν καὶ παχυντικήν· λεπτυντικὴν καὶ πληρωτικήν E 19 δὲ PE: τε reliqui πραέως E ὑπεροχῶν καὶ om. E 20 ἀπουλωτικήν E: ἐπουλωτικήν Q) [*](22 num. cap. ψνγ´ O: ψνθ Di: ʕ𝔮 E tit. περὶ χρυσοκόλλης QDi χρυσόκολλα E2 δὲ om. Orib. pap.)

63
πρασίζουσα· δευτερεύει δὲ ἡ Μακεδονιακή, εἶτα ἡ Κυπρία, καὶ ταύτης τὴν καθαράν προκριτέον, τὴν δὲ γῆς καὶ λίθων ἔμπλεων ἀποδοκιμαστέον.

πλυτέον δὲ τὴν προειρημένην οὕτως· κόψας αὐτὴν ἔμβαλε 2 εἰς θυίαν καὶ ἐπιχέας ὕδωρ τρῖβε πλατείᾳ τῇ χειρὶ πρὸς τὴν ἴγδιν εὐτόνως εἶτα ἐάσας ἀποκαταστῆναι ἀπήθησον, καὶ ἕτερον ἐπιδοὺς ὕδωρ πάλιν τρῖβε. ταῦτα δὲ ποίει ἐναλλάξ, ἕως καθαρὰ καὶ εἰλικρινὴς γένηται, λοιπὸν ξηράνας ἐν ἡλίῳ ἀποτίθεσο καὶ χρῶ.

ἐὰν δὲ καῦσαι θέλῃς, καῖε τὸν τρόπον 3 τοῦτον· λεάνας αὐτῆς τὸ αὔταρκες δὸς εἰς τήγανον καὶ θεὶς ἐπʼ ἀνθράκων τὰ ἄλλα ποίει, ὡς εἴρηται ἐπὶ τῶν πρὸ αὐτοῦ.

δύναμιν δὲ ἔχει ἡ χρυσοκόλλα σμηκτικὴν οὐλῶν, κατασταλτικὴν σαρκωμάτων καὶ ἀνακαθαρτικήν, στυπτικήν τε καὶ θερμαντικήν, σηπτικὴν πράως μετὰ τοῦ ἐπὶ ποσὸν δάκνειν ἔστι δὲ καὶ τῶν ἔμετον κινούντων καὶ ἀναιρεῖν δυναμένων.