De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

121 τὸ δὲ κουράλιον, ὅπερ ἔνιοι λιθόδενδρον ἐκάλεσαν, δοκεῖ μὲν εἶναι φυτὸν ἐνάλιον, στερροποιεῖσθαι δέ, ὅταν ἐκ τοῦ βυθοῦ ἑλκυσθῇ τῆς ἁλὸς ἁπτόμενον τοῦ περικεχυμένου ἡμῖν ἀέρος. εὑρίσκεται δὲ πλεῖστον ἐν τῷ κατὰ Συρακούσας ἀκρωτηρίῳ τῷ καλουμένῳ Παχύνῳ.

2 ἄριστον δέ ἐστι τὸ πυρρὸν τῇ χρόᾳ καὶ ἐμφερὲς Συρικῷ ἢ σάνδυκι κατακορεῖ, εὐθρυβές τε ὡς ἐν ἑαυτῷ καὶ ὁμαλὸν δι᾿ ὅλης τῆς συγκρίσεως, ἔτι δὲ ὀσμὴν βρυώδη καὶ φυκίοις ἐμφερῆ ἔχον, πρὸς δὲ τούτοις πολύοζον καὶ κινναμωμίζον τῷ τύπῳ τῶν θαμνίσκων. τὸ δὲ λιθῶδες τῇ συγκρίσει καὶ τῇ χρόᾳ ψωρόν, σεσηραγγωμένον τε καὶ χαῦνον φαῦλον οἰητέον εἶναι.

3 στύφει δὲ τῇ δυνάμει καὶ ψύχει ἐπιεικῶς. καταστέλλει δὲ τὰ ὑπερέχοντα καὶ οὐλὰς σμήχει τὰς ἐν ὀφθαλμῖς· πληροῖ δὲ καὶ κοιλώματα καὶ κατουλοῖ, πρὸς τε αἵματος ἀναγωγὰς ἱκανῶς [*](6 SIM. Th. lap. 38. Pl. XXXII 21 sq. (e S. N.), unde (sid XVI 8, 1. Carm. de herb. 14. Orph. lith. 510 sq. Dam. lap. 7.) [*](6 EXC. Orib. XIII s. v. (τὸ δὲ — ἐπιεικῶς).) [*](17 SIM. Pl. l. s. 24 — D. eup. I 41 (112) eup. II 30 (240) 61 (273) 109 (307).) [*](1 οἱ ἁπαλ. αὐτῶν Orib, τοῖε ὑπὸ κύνα καύμασι Spr. 3 βλεπέτω Orib, EDi δὲ (pr.) om. L ἡ δὲ ἐποτομὴ κάτω E 4 αἰθρία θερεία Di τῇ σελήνη Orib. 5 τῇ om. Di οἱ τοιοῦτοι addidi e Di) [*](6 num. cap. ψπε΄ Q: φ𝒢ᾶ Di: ρκη E tit. περὶ κοραλλίου QDi κουράλιον F (in ind.) Th. Pl. Orib.: κοράλλιον libri 7 στερεοποιεῖται E 8 post ἑλκυσθῇ haec habet Di ἔξαλον γινόμενον καὶ βαπτόμενον ἤτοι πηγνύμενον ὥσπερ ὑπὸ τοῦ π.: ἔξαλον γινόμενον (dein litt. c. 18 del.) κεχυμένου (tum c. 13 litt. del.) ἡμῖν ἀέρος E (mg. add. τῆς ἁλὸς ἁπτόμενον τοῦ περικ. del. ἔξαλον γινόμενον E2) τῆς ἁλὸς om. Orib. ἁπτόμενον LQE2: βαπτόμενον ὡσπερεὶ ὑπὸ Orib.: βαπτόμενον ἤτοι πηγνύμενον ὥσπερ ὑπὸ A, superscr. H2 9 συράκουσαν (ν in ras.) E2 10 τῷ add. Spr. καλουμένῳ δὲ Orib.E 11 σηρικῷ LF: σηρικῷ χρώματι Orib. (χρώκατι del. E2): ἀνθηρικῷ HA: ἀνθηρικῷ χρώματι Di: correxi coll. Pl. XXXV 30. 40. Aet. II 82 εὐτριβές Q 12 ὡς ἐν ἑαυτῷ E (init. in ras.): ὡσαύτως reliqui ὀσμῇ βρυῶδές τε καὶ φυκίοις ἐμφερές Orib. 13 γεώδη καὶ βρυώδη Di: γ. καὶ mg. add. A2 15 τῇ χρόᾳ delebat Sar., exspectamus τῇ ἐπιφανείᾳ 16 ἡγητέον (in ras.) E2 17 δὲ (alt.)] τε E 18 ὑπερέχοντα] ὑπερσαρκοῦντα E, mg. add. A2 19 κοιλώματα καὶ πρὸς αἵματος E κατουλοῖ] οὐλὰς LQDi: corr. Marc. coll. Pl. 24 ulcerum cava explet, cicatrices extenuat πρός τε om. L)

91
ἐνεργεῖ, καὶ δυσουροῦσιν ἁρμόζει, καὶ σπλῆνα τήκει σὺν ὕδατι πινόμενον.