De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

114 τρύγα δὲ παραλημπτέον μάλιστα μὲν τὴν ἀπὸ οἴνου παλαιοῦ Ἰταλικοῦ, εἰ δὲ μή γε, καὶ ἀπὸ ἄλλου ὁμοίου· ἡ δὲ ἀπὸ ὄξους ἐπιτέταται τῇ δυνάμει.

καυσιέον δὲ ὡς ἀλκυόνιον προεξηραμμένην ἐπιμελῶς. [*](1 Pl. XXXI 122. D. eup II 24 (236) — Zop. (Orib. II 588) Cels. V 12 Pl. 115 sq. — Pl. 122 eup. I 131 (160) — Pl. 117 eup. I 63 (125) — Pl. 118 eup. II 65 (280) — Pl. 117 eup. I 41 (112) — Nic. Al. 532: Pl. 119 — Nic. Al. 327 Pl. 120 D. eup. II 154 (335) — Pl. 122 eup. I 226 (211) — Pl. 120.) [*](17 SIM. Pl. XXIII 64 (e S. N.).) [*](17 EXC. Orib. XIII s. v. (τρύγα — πομφόλυξ); cf. Orib. V 83 (D.) cf. Gal. II 137.) [*](2 καὶ ἐπισπαστικαῖς post ἐμπλάστροις transpos. E 3 post ἐμπλάστροις add. καὶ λεπτυντικαῖς Di, mg. A2 post δὲ add. θερμῷ Di, post οἴνῳ AH2 (mg.) πνευματώσεις QE 4 τε om, Di 5 κυνόδηκτά τε E 6 ὀνείῳ] αἰγείῳ cod Matt.: ὑείῳ στέατι ἢ ταυρείῳ E, fort. ὀνείῳ ἢ delendum coll. Dl absungiae porcinae mixta στομοῖ EDi καὶ om. Q 8 σὺν ὀξυκράτῳ post ἁρμόζει coll. A 9 δὲ om. E βουπρίστην E: βουπρῆστας Di πρὸς δὲ ταύρειον E 10 ἀτροχοῦσι] τρέμουσίν τε ἢ καὶ στροφουμένοις E, at cf. Pl, 122 solia nitri prosunt atrophis ἔνπλασμά τε E 12 καὶ ἄρτῳ om. E τὴν om. EQ, ad rem cf. Pl. 1. s 120 15 ὀστράκου καινοῦ E 16 πυρωθῇ Orib.) [*](17 num. cap. ψοη΄ Q: ψπδ Di: ρκβ E tit. περὶ τρυγός QDi δὲ om. Orib. μὲν om. Orib.DiE (add. E2) οἴνου οὔσαν ἰταλικοῦ καὶ παλαιοῦ Orib. 18 ἰταλικοῦ παλαιοῦ E γε om. Di καὶ] κἂν Orib.EDi ἀπὸ om. Q post ἄλλου add. οἴνου Di δὲ (alt.)] γὰρ Orib.EDi 20 προεξηραμένην libri, correxi)

85
τίνὲς δὲ ἐπ᾿ ὄστρακον καινὸν θέντες καίουσι πυρὶ δαψιλεῖ, ἕως ἂν ἐκπυρωθῇ κατὰ βάθος. ἄλλοι δὲ εἰς ἄνθρακας πεπυρωμένους ἐγκρύψαντες βῶλον ὁμοίως ποιοῦσι.

σημεῖον δὲ τῆς 2 δεούσης καύσεως ἡγητέον τὸ λευκὸν ἢ ἀερόχρουν τοῦ χρώματος καὶ τὸ προσενεχθεῖσαν τῇ γλώσση οἱονεὶ φλέγειν αὐτήν. ὡσαύτως δὲ καὶ ἡ ἀπὸ ὄξους καίεται.

δύναμιν δὲ ἔχει καυστικὴν σφόδρα καὶ σμηκτικήν, κοτασταλτικήν τε καὶ στυπτικὴν καὶ σηπτικὴν ἄγαν καὶ ξηραντικήν. χρηστέον δὲ τῇ τρυγὶ προσφάτῳ οὔσῃ· ταχὺ γὰρ διαπνεῖται, ὅθεν οὐδὲ ἀσκέπαστον οὐδὲ χωρὶς ἄγγους αὐτὴν ἀποθετέον.

πλύνεται δὲ αὕτη ὡς ἡ πομφόλυξ. ἡ δὲ ἄκαυστος στέλλει 3 οἰδήματα καθ᾿ ἑαυτὴν καὶ μετὰ μυρσίνης, καὶ κοιλίαν καὶ στόμαχον ῥευματιζόμενον καταπλασθεῖσα στέλλει, καὶ ῥοῦν γυναικεῖον κατὰ ἤτρου καὶ αἰδοίου καταπλασσομένη πραύνει, καὶ φύγεθλα ἀνέλκωτα διαφορεῖ καὶ φύματα, μαστούς τε σπαργῶντας σβέννυσιν. ἡ δὲ κεκαυμένη λεπροὺς ἀφίστησιν ὄνυχας σὺν ῥητίνῃ, καὶ μετὰ σχινίνου ἐλαίου συγχρισθεῖσα νύκτα ὅλην ξανθὰς ποιεῖ τὰς τρίχας. πλυθεῖσα δὲ μείγνυται εἰς τὰ ὀφθαλμικὰ ὡς ἡ σποδός· σμήχει δὲ οὐλὰς καὶ ἀχλῦς τὰς ἐν ὀφθαλμοῖς ἡ τοιαύτη.