De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

107 θεῖον δὲ ἄριστον ἡγητέον τὸ ἄπυρον καὶ λαμπυρίζον τῇ χρόᾳ, διαφανές τε καὶ ἄλιθον, τοῦ δὲ πεπυρωμένου τὸ χλωρόν τε καὶ εὐλιπές. γεννᾶται δὲ πλεῖστον ἐν Μήλῳ καὶ Λιπάραις.

θερμαίνει δὲ τὸ προειρημένον καὶ διαφορεῖ καὶ πεπαίνει [*](1 SIM. Pl. 189 eup. I 129 (159) — Pl. 188 eup. I 125 (156) — Pl. 189 D. eup. I 130 (160) — Pl. 189 eup. I 190 (194) — Pl. l. s. eup. I 180 (189) — 3 Pl. 189 eup. I 204 (199) — 5 Pl. 189 eup. I 200 (196) — eup. I 107 (147) — 7 Pl. 190 eup. I 178 (186) — 8 Pl. 185 eup. I 113 (149) — 9 eup. II 78 (292) 95 (300) — 11 Pl. 190 eup. I 80 (134) 85 (136) 86 (137).) [*](13 SIM. Pl. XXXV 174 sq. (e S. N.), unde Isid. XVI 1, 9 — 16 Pl. 176. Zop. (Orib. II 588) — D. eup. II 31 (242) Zop. (Orib. II 569) — P1 177 eup. II 35 (249) — schol. Nic. Th. 44. Pl. 177. eup. II 39 (252) — Pl. 176. eup. I 129 (159) — Pl. 176. eup. I 115 (150) 130 (160).) [*](13 EXC. Orib. XIII s. v. (θεῖον — Λιπάραις), cf. Orib. V 79 (D.). Gal. XII 217. Aet. II 54. Ps. Gal. simpl. s. v. sulphur.) [*](1 λεπριῶσι E χυλῷ DiDl: φύλλοις ἢ χυλῷ E: φύλλοις reliqui, at cf. Pl. l. s. 189 lepras cum suco olerum.: D. eup. I 129 (159) στυπτηρία κεκαυμένη σὺν κράμβης χυλῷ ἢ ὑγρὰ ἑψηθεῖσα σὺν μέλιτι καταχριομένη ἑψηθεισα P 2 καὶ (pr). om. P τε om. O καὶ (alt.) om. O πτερύγια Q χυμέθλαις QDi 3 καταντλούμεναι E: καταιονουμένης Q 4 καὶ addidi κεκαυμένης om. OE, superscr. H2, cf. D. eup. I 204 στυπτηρία πᾶσα κεκαυμένη μετὰ κηκίδος καὶ τρυγὸς ὄξους 5 δὲ (alt.)] τε E ὀρρῷ πίσσης] ὀρόβῳ καὶ πίσσῃ ADi, superscr. H2: ὀρόβω καὶ ὑγρᾶ πίσση E, at cf. D. eup. I 107 ὀρρῷ πίσσης μετὰ στυπτηρίας (ex libris) 6 post πίσσης add. σμήχουσι Di 7 βοήθημα addidi e Di post βοήθημα sic pergit Di εἰσὶ δὲ καὶ μασχαλῶν καὶ βουβώνων δυσωδίαις κατ. μασχάλης PL, 8 καὶ βουβώνων om. OE, at cf. Dl alerum putredinem et femorum iniuncta conpescet πρὸς δὲ ἔμμηνα] ἡ δὲ μηλία HADi δὲ om. E 9 συνεργεῖ] σὺν ἐρίῳ E συνεργεῖ inconcinne dictum 11 στόμασι QDi) [*](13 num. cap. ψοα´  O: ψοζ Di: ριε E tit. περὶ θείου QDi δὲ om. Orib. 15 τε om. Orib.PF εὐλαμπές E δὲ om. Orib. λιπάραις E: λιπάρᾳ reliqui: nascitur in insulis Aeoliis Pl. 16 τὸ προειρημένον i. e. sulpur vivum, c. Pl. l. s. 175)

78
ταχέως, βῆχάς τε καὶ ἐμπύους καὶ ἀσθματικοὺς ὠφελεῖ ἐν ᾠῷ λαμβανόμενον καὶ ὑποθυμιμώμενον. πρὸς δὲ τούτοις ἔμβρυα

2 κατασπᾷ ὑποθυμιαθέν, καὶ λέπρας, ἔτι δὲ λειχῆνας καὶ ὄνυχας λεπροὺς αἴρει τετεβινθίνῃ μιγὲν ῥητίνῃ. σὺν ὄξει δὲ καταχριόμενον ποιεῖ μὲν καὶ πρὸς λέπρας, αἴρει δὲ καὶ ἀλφούς. ἰᾶται δὲ καὶ σκορπίων πληγὰς μιγὲν ῥητίνῃ, σὺν ὄξει δὲ καταχριόμενον θαλαττίου δράκοντος καὶ σκορπίου πληγὴν παραιτεῖται· παύει καὶ τοὺς καθʼ ὅλον τὸ σῶμα κνησμοὺς σὺν νίτρῳ σμηχόμενον.

ἀποκαθαίρει δὲ καὶ ἴκτερον κοχλιαρίου πλῆθος ἐπιπασσομένου τῷ ποτῷ ἢ μετὰ ᾠοῦ ῥοφητοῦ λαμβανόμενον· καὶ πρὸς κόρυζαν δὲ καὶ πρὸς κατάρρουν ποιεῖ, καὶ ἱδρῶτας στέλλει καταπασσόμενον, καὶ ποδαγρικοὺς σὺν νίτρῳ καὶ ὕδατι καταχρισθὲν ὠφελεῖ, καὶ δυσηκοίαν ὑποθυμιώμενον διὰ σίφωνος. θεραπεύει καὶ ληθαργικοὺς ὑποθυμιώμενον, αἱμορραγίας τε ἴσχει, θλάσεις τε ὤτων σὺν οἴνῳ καὶ σμύρνῃ καταχριόμενον ἰᾶται.