De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

81 ν ήριον· οἱ δὲ ῥοδόδενδρον, οἱ δὲ ῥοδοδάφνην καλοῦσι. γνώριμος θάμνος, ἀμυγδαλῆς μακρότερα καὶ παχύτερα καὶ τραχύτερα τὰ φύλλα ἔχων, τὸ δὲ ἄνθος ῥοδοειδές, καρπὸν ὡς κέρας, ἀνεῳγμένον πλήρη ἐριώδους φύσεως, ὁμοίας τοῖς ἀκανθίνοις πάπποις· ῥίζα δὲ ἄποξυς καὶ μακρά, γευσαμένῳ ἁλμυρά· φύεται ἐν παραδείσοις καὶ παραθαλασσίοις τόποις καὶ παραποταμίοις.

[*](80 RV: ἀπόκυνον· οἱ δὲ κύναγχον, οἱ δὲ παρδαλιαγχές, οἱ δὲ κυνόμορον, οἱ δὲ κυνοκτόνον καλοῦσιν, οἱ δὲ φλέως, οἱ δὲ κυνάγχη, οἱ δὲ ὀλίγωρος, οἱ δὲ ἱππομανές, οἱ δὲ ὄνησις, οἱ δὲ ὀφιόσκορδον, οἱ δὲ κυναγχική, οἱ δὲ ἐλαφόσκορδον, προφῆται παράλυσις, Ῥωμαῖοι βράσσικα ῥούστικα, οἱ δὲ κανίνα.)[*](6 SIM.: Pl. XVI 79. XXIV 90 (e S. N.) cf. Bretzl Bot. Forsch. 263.)[*](6 EXC.: Gal. XII 86 (= Aet. I s. v. Paul. Aeg. VII 3 s. v.) sid. XVII 7, 54.)[*](1 ὡσεὶ Di κνάμων RHDi 2 ἐφ᾿ ὧν RDi μικρά om. R: del. A2: post σκληρά transpos. EDi: semen in folliculis habens sicut faba minuto et duro et nigro Dl 3 σὺν om. R. 4 κένας om. RP: canes et omnes quadripedes necat in cibo datum Pl. λύκους superscr. H2 καὶ om. HADi 5 αὐτῶν om. RE in calce add. A. Ῥωμαῖοι βρασικαρουστίνα, αἰγύπτιοι σχινφή, ἄφροι σοδνδάχνη (e cap. insequenti))[*](6 num. cap. φνγ ODi: E tit. περὶ νηρίου FHDi: περὶ νηρείον A νήρειον EA: νῆρις Nic. Th. 531 post νήριον e R syn. add. Di: mg. H2 καλοῦσι om. A 7 θάμνος γνώριμος RDi καὶ ἀμυγδαλώδης O (corr. H2): ἀμυγδάλης (Ϛ eras. E2) φύλλα ἔχων ὅμοια E: folia habens similia amigdale Dl μακρότερα καὶ τραχύτερα RDl: μακρότερα καὶ παχύτερα καὶ τραχύτερα P: μακρό- τερά τε καὶ παχύτερα καὶ πλατύτερα καὶ τραχύτερα E: καὶ τραχύτερα Seclusi (dittogr.) coll. Dl sed maiora et pinguiora 8 ἔχων φύλλα RDi καρπὸν δὲ φέρει RDi post καρπὸν add. ἐμφερῆ ἀμυγδάλῳ ἔχων φύλλα ὅμοια FHA (del A2) ὥσπερ E κέραα P: κέρατα REFH: κέρατι Di: sicut cornu Dl 9 ἠνυογ- μένον C (α superscr. pr. m.): ἠνυγμένον N: ἀνεογμένων P: ἀνεῳγμένα FH πλή- ρης NE (ς eras. E2) ἐριοειδοῦς E. (ιο in ras.) ὑφέσεως R: ὑχῆε coni Spr. ὅμοια RDi τοῖς πάπποις τοῖς ἀκ. FHA ὑακινθίνοις OE2Dl 10 παπύροις R post μακρά add. ξυλώδης RDi, mg. A2 11 φύεται δὲ RE παραδείσοις καὶ om. RDiDl, del. A2 καὶ παραποταμίοις om. PVE: παρὰ ποταμοῖς RDi: seclusi)[*](13 C fol. 68r: N 25 κυνάγχιον C 14 καλοῦσιν om. Di φαλεος C: ὀφαλεος N: φάλεως HDi: φάλιος M: correxi 15 κυνάγχην N ἠπτομανιος R ὄνιστις Di: ὄνηστις RH: correxi 16 ὀφιοσκόροδον HDi κυναρικοί H κυναρική reliqui: correxi ἐλαφοσκόροδον H 17 cf. Ps. Ap. 127 (Ack.))
243

δύναμιν δὲ ἔχει τὸ ἄνθος καὶ τὰ φύλλα κυνῶν μὲν καὶ 2 ὄνων καὶ ἡμιόνων καὶ τῶν πλείστων τετραπόδων φθαρτικήν, ἀνθρώπων δὲ σῳστικὴν πινόμενα σὺν οἴνῳ πρὸς θηρίων δήγματα καὶ μᾶλλον εἰ πηγάνου τι παραμίξειας. τὰ δὲ ἀσθενέστερα τῶν ζῴων, ὡς αἶγες καὶ πρόβατα, κἂν τὸ ἀπόβρεγμα αὐτῶν πίῃ, ἀποθνήσκει.