De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

78 πευκέκδανον· καυλὸν ἀνίησιν ἰσχνόν, μαράθῳ ὅμοιον κόμην δὲ ἔχει περὶ τὴν ῥίζαν ἱκανὴν καὶ πυκνήν, ἄνθος μήλινον, ῥίζαν μέλαιναν, βαρύοσμον, ἁδράν, μεστὴν ὀποῦ. φύεται δὲ ἐν ὄρεσι συσκίοις.

ὀπίζεται δὲ τῆς ῥίζης ἁπαλῆς ἀποτεμνομένης μαχαιρίῳ, καὶ τὸ ἀπορρέον εὐθέως ἐν σκιᾷ τίθεται· ὑπὸ γὰρ τοῦ ἡλίου [*](77 RV: νάρθηξ· Ῥωμαῖοι φέρουλαμ.) [*](78 RV: πευκέδανον· οἱ δὲ ἄγριον, οἱ δὲ ἀγριόφυλλον, προφῆται ἀγαθὸς δαίμων, Ῥωμαῖοι πιναστέλλουμ, οἱ δὲ σατάριαμ.) [*](1 SIM.: Pl. XX 261 — Nic. Th. 595 (ex Apollod.) Pl. 260 — Pl. 261 eup. I 210 (204) — Pl. 260 eup. II 40 (255) — Pl. 260 eup. II 22 (236) — Pl 260) [*](6 SIM.: [Theophr. IX 20,2 Pl. XXV 117 (e S. N) — Ps. Ap. 94.) [*](6 EXC.: Orib. XII s. v. (πευκέδανον — γεῦσιν); Gal. XII 99 (unde Aet. I s. v. Paul. Aeg. VII 3 s. v.); Ps. Ap. 94.) [*](1 ἐχεοδήκτοις E 2 post ἐπέχει inser. ὡς ἐλλύχνιον R: post ἐντεθεῖσα E: marg. add. A2 λεία E: om. reliqui cf. Dl tusa (λεῖα) et inposita fluxum sanguinis vulnerum stringet τεθεὶς C: τεθὲν N 3 ad rem cf. D. eup. II 22 (236) at Pl. l. s. radicem ex oleo et aceto contra sudores inmodicos vel in febribus proficere dicit χριόμενον RDi 4 ταριχεύονται REDi 5 ἁλμαίας R in flne aliena add. DiA (marg. H2) ὁ γοῦν νάρθηξ καυλὸν ἀναφέρει τρίπηχυν πολλάκις· φύλλα δὲ ἔχει μαράθρῳ ἐμφερῆ, παχύτερα δὲ πολὺ καὶ μείζονα, ἐξ οὗ καὶ τὸ σαγάπηνον γίνεται κολαπτομένου πρὸς τῇ ῥίζῃ) [*](6 num. cap. τ𝒢β PFH: om. A: τ𝒢δ Di: πε E tit. περὶ πευκεδάνου FHADi πευκέδανος HDi schol. Nic. Th. 76 post πευκέκδανον syn. e R add. ADi: marg. H2 peucedanu quam rustici in bubula mittunt Dl λεπτὸν post ἀνίησιν inser. RDi post ὅμοιον haec habet R τὸν δὲ καυλὸν ἔχει σὺν τῇ ῥίζῃ μέλαιναν (μέλανα C) 7 ἔσχει Orib. περὶ τὴν ῥίζαν om. Orib. μηλίζον FHA 8 δὲ om. Orib. 9 ὀρεινοῖς καὶ (om. C) συσκίοις R 10 ἡ ἁπαλὴ τεμνομένη R: ἤδη ἁπαλὴ ἀποτεμνομένη E (corr. E2) ἐν μαχαιρίφ E: μαχαίρῳ FHDi 11 ῥέον R ὑπὸ — ἄνίεται om. Orib. ἡλίου εὐθέως R) [*](12 C fol. 239v: N 105 φαιφουλαμ C: φαιρουδάν Di: φερουλέν H) [*](13 C fol 261v: N fol. 125 σίνωνα om. libri (de C non constat): correxi coll. Ps. Ap. alii sincon agrion (LL1: sinconarion V: sison agrion Ack.) agnopilon Ps. Ap. 14 prophetae agathos demon Ps. Ap. Ῥωμαῖοι] οἱ δὲ RHADi correxi coll Ps. Ap. Itali dicunt pinastellum πυναστελουμ N (de C non constat): πυνασγελούμ Di: πινασγελούμ H: πιναστελά A: correxi 15 Ῥωμαῖοι σατάριαμ RHADi: correxi coll. Ps. Ap. qalli vocant sanatariam (L1: satanariam LV) Corp. gloss. III 572, 31 peuidadanis i. satanaria)

91
ἀνίεται. ἐν δὲ τῷ συλλέγεσθαι κεφαλαλγίαν ποιεῖ καὶ σκοτώματα, ἐὰν μή τις προδιαχρίσῃ ἑαυτοῦ τὰς ῥῖνας ῥοδίνῳ καὶ τὴν κεφαλὴν προκαταβρέξῃ· ἄχρηστος δὲ γίνεται ὀπισθεῖσα ἡ ῥίζα.

ὀπίζονται δὲ καὶ οἱ καυλοί, καὶ χυλίζεται ἡ ῥίζα ὡς μανδραγόρας, 2 ἧττον δὲ ἐνεργεῖ τοῦ ὀποῦ ὁ χυλὸς καὶ τάχιον ἐκπνεῖ. ἐνίοτε δὲ εὑρίσκεται προ| πεπηγὸς δάκρυον, ὅμοιον λιβανωτῷ, τοῖς καυλοῖς καὶ ταῖς ῥίζαις προσπεπλασμένον. τοῦ δὲ ὀποῦ διαφέρει ὁ ἐν Σαρδονίᾳ καὶ Σαμαθρᾴκῃ γεννώμενος, βαρύοσμος, ἔγκιρρος, θερμαίνων τὴν γεῦσιν.

ἁρμόζει δὲ σὺν ὄξει καὶ ῥοδίνῳ καταχριόμενος ληθαργικοῖς, φρενιτικοῖς, σκοτωματικοῖς, ἐπιληπτικοῖς, κεφαλαλγοῦσι χρονίως, παραλυτικοῖς, ἰσχιαδικοῖς, σπωμένοις καὶ καθόλου τοῖς περὶ νεῦρα πάθεσι συγχριόμενος μετ᾿  ἐλαίου καὶ ὄξους.

ἐστι 3 δὲ καὶ ὀσφραντὸς πνιγὸς ὑστερικῆς καὶ τῶν καταφερομένων ἀνακλητικός. διώκει δὲ θηρία θυμιώμενος· ἁρμόζει δὲ καὶ πρὸς ὠταλγίας ἐνσταζόμενος σὺν ῥοδίνῳ καὶ πρὸς μυλαλγίας ἐντιθέμενος βρώμασι· ποιεῖ δὲ καὶ πρὸς βῆχας μετ᾿  ᾠοῦ λαμβανόμενος, [*](9 SIM.: Pl. XXVI 118 D. eup. I 10 (98) — Pl. XXV 139 — Pl. XXVI 114 eup. I 18 (103) — Pl. XXV 139 Archig. (Gal. XII 554) eup. I 2 (94) — eup. I 240 (221) — Pl. XXVI 130 — [Hipp.] περὶ γυν. φ. 29 (VII 344) 32 (VII 350. 358) Pl. XXVI 156 eup. II 87 (296) — eup. I 15 (101) — Nic. Th. 76. 82 (ex Apollod.) Scrib. Larg. 163 Pl. XXV 118 eup. II 128 (323).) [*](1 λέγεσθαι P ποιεῖ κεφαλαλγίαν Orib. 2 τις om. R προδιαχρίσῃς N (de C non constat charta laesa): προδιαχρίσηται Orib. (ἑαυτοῦ om.): προδιαχρησθεὶς P (ex προδιαχρήσει ortum): προδιαχριθεὶς V: προδιαχρήσει A αὐτοῦ NHADi ῥοδίνῳ τὰς ῥῖνας RE 3 προεμβρέξῃ Orib.: προκαταβρέζῃ P: προκαταβρέχει V: om. R ὀπτηθεῖσα FHDi: ἡ ὀπισθεῖσα Orib.E (in marg. corr. E2) 4 χυλίζονται καὶ ἡ ῥίζα NEDi: χυλίζονται (om. ἡ ῥίζα) Orib. μανδραγόρου E 5 τοῦ χυλοῦ ὁ ὀπός FHADi ἐκπνεῖ] κτείνει R 6 ad rem cf. [Theophr.] l. s. qui succum inutilem aeque ac semen esse putat εὑρίσκεται δ᾿  ἐνίοτε Orib. προσπεπηγός Orib.NERV δακρύῳ R τῷ λιβανωτῷ Orib.: λιβάνῳ E: λιβανωτοῦ N 7 προσπεπλασμένον om. ROrib.: προπεπλασμένον F 8 σαρδόνι ROrib.: Ἀρκαδίᾳ [Theophr.] γενόμενος F 9 τὴν om. Orib. 10 καταβρεχόμενος R: καταβρεχόμενον E 12 ἰσχιαδικοῖς om. E 13 πάθεσιν χριόμενος R 14 ὀσφραντὸς PV: ὀσφραντικὸς reliqui 15 δὲ (pr.)] δὲ καὶ RE ὁρμόζει δὲ om. RE: δὲ om. Di 16 ὠταλγίαις (om. πρὸς) V: ὠταλγίαν FHADi abhinc habemus cod. Vind. (B) rescriptum, cuius incipit fol. 35 ἐνστάζεται R πρὸς om. REBA2 μυλαλγίαις καὶ ὀδονταλγίαις (ι alt. eras. E2) ἐντιθέμενος τοῖς βρώμασιν ἰᾶται E: ὀδονταλγίαις ἐπιτιθέμενος εἰς τὸ βρῶμα ἰᾶται B μυλαλγίας] κεγφαλαλγίας N: μυαλγίας CA2: ὀδονταλγίαν Di: iniectus foramini dentis dolores non admittit Dl 17 εἰς τὰ βρώματα RA2)

92
δυσπνοίαις τε καὶ στρόφοις καὶ πνευματικαῖς διαθέσεσιν ἀρμόζει, κοιλίαν τε ἠπίως μαλάσσει καὶ σπλῆνα τήκει καὶ δυστοκίαις ἐξόχως ἀρήγει, πρός τε πόνους καὶ διατάσεις κύστεως καὶ νεφρῶν πινόμενος ποιεῖ· ἀναστομοῖ δὲ καὶ ὑστέραν.

4 χρησίμη δὲ καὶ ἡ ῥίζα πρὸς τὰ αὐτὰ ἔλασσον ἐνεργοῦσα· πίνεται δὲ αὐτῆς τὸ ἀφέψημ· καθαίρει δὲ λεία ξηρὰ τὰ ῥυπαρὰ ἕλκη καὶ λεπίδας ἀπ᾿  ὀστέων ἀφίστησι καὶ ἀπουλοῖ τὰ παλαιά· μείγνυται δὲ καὶ κηρώμασι καὶ μαλάγμασι θερμαντικοῖς. ἐκλέγου δὲ τὴν πρόσφατον, ἄβρωτον, στερεάν, πλήρη ὀσμῆς. λύεται δὲ ὁ ὀπὸς εἰς τὰ ποτήματα ἀμυγδάλοις πικροῖς ἢ πηγάνῳ ἢ ἀνήθῳ ἢ ἄρτῳ θερμῷ.