De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

30 τραγορίγανος· θαμνίσκος ἐστὶν ἑρπύλλῳ ἀγρίῳ ἐοικὼς τὰ φύλλα καὶ τὰ κλωνία· ἤδη μέντοι εὑρίσκεταί τις κατὰ τόπους εὐερνεστέρα καὶ πλατύφυλλος, κολλώδης ἱκανῶς· [*](28 RV: ὀρίγανος ὀνῖτις.) [*](30 R V: τραγορίγανον.) [*](3 SIM.: Diocl. (F. M. G. I 150) Crat. (Pl. XIX 165) — Nic. Th. 626 ex Apoll.) eup. II 122 (320).) [*](3 EXC.: Orib. XII s. v. (ἡ δὲ ἀγρία — ἄχρηστος). Gal. XII 91. Ps. Ap. 122, Hes. s. v. πάνακες.) [*](10 SIM.: Pl. XX 176, 177 (e S. N.); Nic. Al. 310 (ex Apoll): cf. schol. Nic. Al. 308.) [*](10 EXC.: Orib. XII s. v. (τραγορίγανος — Κρήτῃ). cf. Gal. XII 91 s. v. ὀρίγανος (uude Aet. I s. v.); Paul. Aeg. VII 3 s. v. τραγορίγανος.) [*](1 δὲ] μέντοι FHADi) [*](3 num. cap. τμγ PFHDi: υμα (man. rec) A: λβ E tit, περὶ ἀγριοριγάνου FHADi ἀγρία ὀ΄ρίγανος Orib.E: ἀγριορίγανος reliqui πάνακες ἡράκλειον Orib.EDiA: ἢ eras. H. at cf. Nic. Th. 626 (cum schol.). origano agreste aut panace aut heraclia aut collena vocant Dl cf. Salm. Pl. exerc. 901. D. III 49 ἢ (alt.)] οἱ δὲ Orib.EDi 4 κονήλιν E ὧν — Κολοφώνιος om. Orib. ὁ om. O 5 ἔχε: δὲ E ὅμοια ὀριγάνῳ Orib.Di δὲ om. A σπιθαμιαῖα καὶ E 6 σκιάδια καὶ χλόη ἡδία E ἄνθη δὲ om. Orib.: δὲ om. E) [*](10 num. cap. τμδ PFHDi: τμβ A: λγ E tit. πυρὶ τραγοριγάνου FHADi τραγορίγανον RV cf. Pl. l. s. θάμνος R post ἐστὶν inser. ὀριγάνῳ ἢ RDi A: superscr. H2 11 ἐοικὼς] ὅμοιος RDi: ἐμφερῆ Orib. φύλλα δὲ R κλωνία ἔχων N ἢδη] ἡ RFHADi μέντοι] μέν τις (om. τις post εὑρίσκεται) FHADi 12 κατὰ τόπους ante εὑρίσκεται tmanspos. ROrib. κολλώδηε — λεπτόφυλλος om. N κομώδης V: comosa Dl: unde κομμώδης FHA. κομώδης frustra def. Sam. l. s. 902. cf. Pl. XX 177 (cuius auctor tragoriganum idem facit eum origano Heraclio sive silvestri) heraclium quoque tria genera habet: nigrius latioribus foliis, qlutinosum alterum exilioribus, mollius . . quod aliqui prasion vocare malunt) [*](13 C fol. 246v (charta laesa): N fol. 116.) [*](14 C fol. 337v: N fol. 149.)

40
ἡ δέ τις λεπτόκαρφος καὶ λεπτόφυλλος, ἣν καὶ πράσιον ἔνιοι καλοῦσιν. ἀρίστη δὲ ἡ Κιλίκιος καὶ ἡ ἐν Κῷ καὶ ἡ ἐν Πίῳ καὶ Σμύρνη καὶ Κρήτη.

θερμαντικαὶ δὲ πᾶσαι καὶ οὐρητικαὶ καὶ εὐκοίλιοι πινομένου 2 τοῦ ἀφεψήματος· ὑποβιβάζουσι γὰρ τὰ χολώδη· εὔθετοι καὶ σπληνικοῖς ποτιζόμεναι μετʼ ὄξους καὶ τοῖς ἰξίαν πεπωκόσι μετʼ οἴνου· καὶ ἔμμηνα δὲ ἄγουσι, βηξί τε καὶ περιπνευμονίαις σὺν μέλιτι ἐν ἐκλεικτῷ δίδοται. ἐστι δὲ τὸ πότημα ἐπιεικές, ὅθεν τοῖς ἀσώδεσι καὶ κακοστομάχοις καὶ ὀξυρεγμιῶσι δίδοται καὶ ἐφ᾿ ὧν ἄλυσις καὶ ναυτία καὶ θέρμη ὑποχονδρίων παρακολουθεῖ, διαφορεῖ δὲ καὶ οἰδήματα καταπλασθεῖσα μετʼ ἀλφίτων.