De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

134 ἄσπληνος· οἱ δὲ σκολοπένδριον, οἱ δὲ ἡμιόνιον, οἱ δὲ σπληνιον, οἱ δὲ πτέρυγα καλοῦσι. φύλλα ἔχει σκολοπένδρῳ τῷ θηρίῳ ὅμοια, πλείονα ἀπὸ μιᾶς ῥίζχς, φυόμενα ἐν πέτραις καὶ τοίχοις τοῖς ἀπὸ τῶν κοχλάκων παλισκίοις, ἄκαυλα, ἀνανθῆ, [*](133 RV: ἀνδρόσακες· οἱ δὲ πικράδα, οἱ δὲ λεύκην, οἱ δὲ θαλασσίαν καλοῦσιν.) [*](134 RV: σκολοπένδριον· οἱ δὲ ἄσπληνον, οἱ δὲ σπλήνιον, οἱ δὲ ἡμιόνιον, οἱ δὲ πτέρυγα, οἱ δὲ λογχῖτις, οἱ δὲ Τεύκριος, οἱ δὲ Φρυγία, οἱ δὲ Φρυγῖτις, οἱ δὲ φιλτροδότις, προφῆται αἶμα γαλῆς.) [*](3 SIM.: Pl. l. s. D. eup. II 33 (276) — Pl. l. s. eup. I 234 (214).) [*](7 SIM.: (Theophr.] h. pl. IX 18, 7 (e Diocle) Andreas schol. Nic. Th. 684) P. XXVII 34 (e S. N. — Crat.).) [*](7 EXC.: Orib. XI s. v. (ἄσπληνος — χλωρά); cf. Gal. XI 841 (unde Paul. Aeg. VII 3 s. v. ἄσπληνον, σκολοπένδριον): Ps. D. de h. f. 40 (e D. lat. unde Isid. XVII 9, 87); Ps. Ap. 57; Hes. s. v. ἀσπλῆνις (immo ἄσληνος) ἡμιόνιον.) [*](15 SIM.: Ps. Ap 57.) [*](1 λευκή] λεπττή Dl: λευκὴ καὶ λεπτή E at cf. Pl. l. s. λεπτόκαρπος Dl Orib.E (corr, 02 et E2) πικρά] μικρά P: androsaces herba est alba, amara Pl. 2 κόμης E (κεφαλῆς superscr. E2) σπερμάτων HA 3 ἔχει om. A δυεῖν δραχμῶν NE 4 ἐπὶ τῶν E 5 χαρπὸς αὐτάρκης μετʼ ὄνου E 6 καὶ om. N) [*](7 num. cap. υμη 0: υν Di: ρυα E tit. περὶ ἀσπλήνου FHDi: om. H ἄσπληνος POrib.: ἄσπληνον reliqui post ἄσπληνος syn. e R add. Di: post καλοῦσι ADi: marg. H2 δὲ (pr.)] μὲν HA. σκολοπένδριον ab Andrea vocatur (schol. Nic. Th. 684) ἡμιόνιον om. E cf. [Theophr.] l. s. οἱ δὲ σπλήνιον om. Orib. 8 καλοῦσι om. Orib. σκολυπένδρῃ C: σκολοπένδρῃ NP0rib.: σκολο- πένδρῳ [Τηεοπηρ.] Ps. D. de h. f.: σκολοπένδρᾳ reliqui 9 ῥίζης περιεχόμενα RDi φυόμενα om. R: φύεται FHADi 10 τοίχοις] τύλοις C (superscr. A2): τύχοις N: τοίχοις καὶ E ἀπὸ] ἐκ Orib.E τῶν om. FHA κοχλίκων R (χλίκων superscr. A2) ἐν παλισκίοις Orib.: ad παλισκίοις schol. Paris. 0rib. (II 745 Dar.) παλισκίοις — ἄκαρπα om. R εὐανθῆ ἢ ἀνανθῆ E (corr. E2)) [*](11 C fol. 19: cap. om. C δὲ (pr.)] μὲν H) [*](13 C fol. 291v: N 134 σκολυπίνριον R: marg. add. N (m. rec.) sco- lopendrion . ceterac 14 ἡμιόνιον] alii ermion uocant Ps. Ap. (LL1: ermonion V) πτέρυξ Di λογχίτης CA alii loncitis Ps. Ap. Τεύκριος] ἀτεύκριος C. ἀτούριος NHADl: correxi coll. Ps. Ap. Itali yocant teucrion cf. Pl. XXV 45 15 φρυγίτης A. φιλτροδότης A cf. Ps. Ap. alii frigia, alii frigitis, alii feltodotres . . . prophete ema gales cf. D, IV 59)

144
ἄκαρπα, ἐντετμημένα ὡς τὰ τοῦ πολυποδίου, κάτωθεν ὑπόξανθα καὶ δασέα, ἄνωθεν δὲ χλωρά.

2 δύναμιν δὲ ἔχει τὰ φύλλα ἀπολζεσθέντα σύν ὄξει καὶ πινόμενα ἐπὶ ἡμέρας τεσσαράκοντα σπλῆνα τήκειν δεῖ δὲ καὶ καταπλάσσειν τὸν σπλῆνα τοῖς φύλλοις λείοις σύν οἴνῳ· βοηθεῖ καὶ στραγγουρίᾳ καὶ λυγμῷ καὶ ἰκτέρῳ καὶ λίθους τούς ἐν κύστει θρύπτει. δοκεῖ δὲ ἀτόκιον εἶναι καθʼ ἑαυτὴν καὶ μετὰ ἡμιόνου ὁπλῆς περιαπτομένη ἀσελήνου δὲ νυκτὸς ἡ ἡμέρας οὔσης φασὶ δεῖν αὐτὴν ὀρύσσειν εἰς ἀτόκιον.