De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

82 μέλι πρωτεύει τὸ Ἀττικὸν καὶ τούτου τὸ Ὑμήττιον καλούμενον, εἶτα τὸ ἀπὸ τῶν Κυκλάδων νήσων καὶ τὸ ἀπὸ τῆς Σικελίας, Ὑβλαῖον καλούμενον. ἔστι δὲ δοκιμώτατον τὸ γλυκύτατον καὶ δριμύ, εὐωδέστερον, ὑπόξανθον, οὐχ ὑγρόν, ὅλκιμον δὲ καὶ εὔτονον, καὶ ἐν τῷ ἑλκυσθῆναι ἀνατρέχον ὡς ἐπὶ τὸν δάκτυλον.

δύναμιν δὲ ἔχει σμηκτικήν, ἀναστομωτικήν, ὑγρῶν προκλητικήν, [*](10 SIM. Theophr. περὶ λίθων c. 5, cf. Frg.M.Gr. I 195 (frg.166 ), Pl. XXXVII 34. 52 — D. eup. II 102 (304).) [*](15 SIM. Theophr frg 190; Pl. XI 32. XXII 108sq. Ie S. N.);  Ruf. (Orib.. I 172);  Geop. XV 7.) [*](16 EXC. Gal. XII 70sq. XIV 11. 20 sq. 77. VI 739. Sim. Seth. s. v. 69 (ex Aetio I s. v. aliis aliunde additis).) [*](1 σὺν — προστεθεῖσα om. E 2 ὀδύνας τε E καὶ addidi ex E ὑστερικὰς πνίγας E 4 ἀποκαθαίρει om. E λειωθὲν E 5 σταχθὲν E πραύνει E συάγρων ibri: correxi 8 ναρδοστάχυος E σὺν ὕδατι om. E 9 πλῆθος κυάθων β H: κυάθων β πλῆθος E δύο F β reliqui ταπεινοἴ om. Di οὖρα EDi καὶ τὰ om. Di: τὰ om. F τὴν om. EDi 10 ὠταλγίαν E ἐπισταζόμενον E 11 καλοῦσιν E ἐξουρεῖσθαι E 12 μάτην πεπίστευται coni. Sar. καὶ om. E ἔσχηκεν E 13 ἢ πτερυγόφορον Ε (γ e τ corr. E2) ὅπερ] ὁ E 14 κοιλίαν (ν del. E2) ὁευματιζομένοις E verba ὄνου — ὑγιάζειν post ἐνσταζόμενον (v. 10) colloc. H 15 οὖρον om. H πινόμενον om. H) [*](16 num. cap. σια QDi: 𝒢β E τούτου om. E ὑμίτιον F: ὑμμήτιον Di: ὑμήτιον E 17 τῆς om. E 18 σίμβλιον Di: σιμβλεῖον H: σύμβλιὸν F: σκυβά- λειον ἢ ὕβλεον E, cf. Ruf, l. s. καλούμενον] λεγόμενον E τὸ ἐριμύτατον καὶ γλυκὺ Ε 19 εὐῶδες E εὔτονον δὲ καὶ δλκιμον E 20 πρὸς ἀνατρέχων E 22 post σμηκτικήν add. στυπτίκήν E: virtus est ei εstiptica et anastomatica D1)

166
ὅθεν ἁρμόζει ἓλκεσι ῥυπαροῖς καὶ κόλποις ἐγκλυζόμενον.

2 ἑψηθὲν δὲ καὶ ἐπιτεθὲν παρακολλᾷ τὰ ἀφεστῶτα σώματα, λειχῆνάς τε θεραπεύει ἑψόμενον μετὰ στυπτηρίας ὑγρᾶς καὶ καταχριόμενον, ἤχους τε τοὺς ἐν ὠσὶ καὶ ἀλγήματα σύν ἁλσὶ φρυκτοῖς λείοις ἐνσταζόμενον χλιαρόν, καὶ φθεῖρας καὶ κονίδας φθείρει καταχριόμενον, λιποδέρμους τε τοὺς μὴ ἐκ περιτομῆς ἀποκαθίστησι, μαλασσομένης τῆς πόσθης τῷ μέλιτι, μάλιστα ἀπὸ βαλανείου, ἐφ᾿  ἡμέρας τριάκοντα. ἀποκαθαίρει δὲ καὶ τὰ ἐπισκοτοῦντα ταῖς κόραις, καὶ τὰ περὶ βρόγχον καὶ παρίσθμια καὶ συνάγχας διαχριόμενον καὶ ἀναγαργαριζόμενον θεραπεύει.

3 κινεῖ δὲ καὶ οὖρα, καὶ βηξὶν ἁρμόζει καὶ τοῖς ὑπὸ ἑρπετῶν δηχθεῖσι, καὶ πρὸς μηκωνίου πόσιν μετὰ ῥοδίνου θερμὸν λαμβανόμενον, καὶ πρὸς μύκητας καὶ λυσσοδήκτους ἐκλειχόμενον ἢ πινόμενον. ἔστι μέντοι τὸ ὠμὸν φυσῶδες κοιλίας καὶ βηχὸς ἐρεθιστικόν, ὅθεν ἐξηφρισμένῳ δεῖ χρῆσθαι. πρωτεύει δὲ τὸ ἐαρινόν, εἶτα τὸ θερινόν· τὸ δὲ χειμερινὸν παχύτερον ἂν χεῖρον καὶ κηρανθέμους ποιοῦν.

4 τὸ δὲ ἐν Σαρδονίᾳ μέλι γινόμενον, πικρὸν ἂν διὰ τὴν τοῦ ἀψινθίου νομήν, ἁρμόζει πρὸς ἐφηλίδας καὶ σπίλους τοὺς ἐν. προσώπῳ καταχρισθέν.

γεννᾶται δὲ ταὶ ἐν Ἡρακλείᾳ τῇ Ποντικῇ κατά τινας καιροὺς διά τινα ἀνθῶν ἰδιότητα μέλι, ὃ τοὺς φαγόντας ἐξίστησι μετὰ ἐφιδρώσεως. βοηθοῦνται δὲ πήγανον ἐσθίοντες καὶ τάριχον καὶ οἰνόμελι πίνοντες, καὶ ὁσάκις ἄν ἐξεμέσωσι, τὰ αὐτὰ [*](2 SIM. Pl. XXII 108 sq. D. eup. I 63 (125) I 57 (120) eup. I 88 (137) II 31 (242) I 147 330) II 160 (336).) [*](18 EXC. cf. Gal. XII 71.) [*](21 SIM. Arist. mir ausc. 16, Xen. Anab. XV 8, 21; Ael. n. a. V 42: Steph. Byz. s. v. Γραπεζοῦς; Pl XXI 74sq. D. eup. II 138 (328); Ps. D. περὶ δ. φ. 23.) [*](1 ὅθεν] abhinc habemus cod. P, cuius incip. fol. 94r· 3 τε om. E ἐφόμενον δὲ Ε 4 καὶ ἤχους (om. τε) Ε τοὺς om. H ἀρυκτοῖς ἢ φρυκτοῖς E: δρυκτοῖς reliqui: correxi 5 ἐνκλυζόμενον E χλιερόν P 6 καταχριό μενον ἢ ἐνσταζόμενον E λειποδέρμους QE2Di τε] δὲ E 8 ἐφʼ om. O 10 διαχριόμενον] διακλυζόμενον Ε καὶ ἀναγαργραριζόμενον post θεραπεύει transp. H 12 μήκωνος Di: μηκωνείου F 14 κοιλίας om. E 16 εἶτα τὸ χεικερίνὸν E (corr. Ε2) ὃν om, 0 χεῖρον om. P χεῖρον παχύτερον ὄν corr. E2 17 κηρανθέμους F : ξηρανθέμου P: ξηρανθὲν E (κηρανθέμους corr. E2): ξηρανθένμους Di: ἐξανθισμοὺς H, cf. D, V 17 18 σαρδῶνι H: σαρ- δωνίᾳ Di γεννώμενον μέλι Di: γινόμενον μέλι E (corr, E2 β et ᾶ superscr) ἂν addidi ante τοῦ add. ἐκ E post ἀψινθίου del. γινομένην E2 19 ἁρ- μόζει δὲ E (δὲ del. E2) καὶ om. H προσώποις H 21 καὶ addidi ex EDi 22 τινων HDi ἰδιοτροπίαν EDi 24 καὶ (alt.) om. Di ἐμέσωσι QDi: ἔξε- κῶσιν E, cf. D. eup. II 138 (328) ταῦτα E)

167
προσφερόμενοι.

ἔστι δὲ δριμύ καὶ πταρμούς κατὰ τὴν ὄσφρησιν 5 κινοῦν, θεραπεῦον ἔφηλιν καταχρισθὲν μετὰ κόστου, μετὰ δὲ ἁλὸς πελιώματα αἴρει.

καλεῖται δέ τι καὶ σάκχαρον, εἶδος ὂν μέλιτος πεπηγότος ἐν Ἰνδίᾳ καὶ τῇ εὐδαίμονι Ἀραβίᾳ, εὑρισκόμενον ἐπὶ τῶν καλάμων, ὅμοιον τῇ συστάσει ἁλσὶ καὶ θραυόμενον ὑπὸ τοῖς ὀδοῦσι καθάπερ οἱ ἅλες. ἐστι δὲ εὐκοίλιον, εὐστόμαχον, διεθὲν ὕδατι καὶ ποθέν, ὠφελοῦν κύστιν κεκακωμένην καὶ νεφρούς καθαίρει δὲ καὶ τὰ ταῖς κόραις ἐπισκοτοῦντα ἐγχριόμενον.