De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

24 καὶ ὁ τοῦ κάστορος ὄρχις — ἐστι δὲ τὸ ζῷον ἀμφίβιον, τὸ πλεῖστον ἐν ὕδασιν ἰχθύσι καὶ καρκίνοις τρεφόμενον — ποιεῖ μὲν καὶ πρὸς ἑρπετά, ἐστι δὲ καὶ πταρμικὸς καὶ καθόλου ποικίλην ἔχει τὴν χρῆσιν ποθεὶς γάρ μετὰ γλήχωνος δραχμῶν πλῆθος δυεῖν ἔμμηνα κινεῖ καὶ ἔμβρυα καὶ δεύτερα ἐκβάλλει. πίνεται δὲ σὺν ὄξει καὶ πρὸς ἐμπνευματώσεις, στρόφους, λυγμούς, θανάσιμα φάρμακα, ἰξίαν· ἀνακαλεῖται δὲ καὶ τοὺς ληθαργικοὺς καὶ τοὺς ὁπωσδήποτε καταφερομένους ἐμβρεχόμενος σὺν ὄξει καὶ ῥοδίνῳ καὶ ὀσφραινόμενος, καὶ ὑποθυμιώμενος δὲ τὰ αὐτὰ ποιεῖ· ἁρμόζει καὶ τρόμοις καὶ σπασμοῖς καὶ παντὶ τῷ νευρώδει πινόμενός τε καὶ συγχριόμενος, καὶ καθόλου θερμαντικὴν ἔχει τὴν δύναμιν.

ἐκλέγου δὲ ἀεὶ τοὺς συνεζευγμένους ὄρχεις ἐκ μιᾶς ἀρχῆς 2 — ἀδύνατον γὰρ δύο φύσας ἐζευγμένας ἐν ἐνὶ ὑμένι εὑρεῖν — καὶ τὸ ἐντὸς ἔχοντας κηροειδές, βαρύοσμον, βρωμῶδες, δριμύ. δηκτικόν, εὔτριπτον, διαφρασσόμενόν τε συνεχῶς φυσικοῖς ὑμέσι. δολοῦσι δέ τινες αὐτό, ἀμμωνιακὸν ἢ κόμμι συμπεφυραμένον αἵματι [*](3 SΙΜ. Nic. Th. 566 (ex Apoll.); Pl. XXVIII 121.) [*](5 SIM. Pl. XXXII 26 (e S. N) — Nic. Th. 565 (ex Apoll) D. eup. II 128 (323) Pl. 1. s. 30 — eup. I 3 (96)— Pl. 28 eup. II 77 (289)— Pl. 29 eup. II 41 (256) II 40 (254)— Pl. 31 eup. II 4 (228)— Nic. Al. 307 (ex Apoll.) Pl. 29. 31 — Pl. 31 eup. II 141 (329) — Pl. 28 eup. I 10 (98) — Pl. 29 eup. I 230. 231 (218) — Pl. 29 eup. I 229 (212) — Pl. 29 eup. I 235 (217).) [*](5 EXC. Gal. XII 837 (unde Paul. Aeg. VII 3 s. v); Ps. Orib. de simpl. V 51.) [*](17; SIM. Pl. XXXII 26 sq. Sostrat. schol. Nic. Th. 565. Al. 807); Ael. n. a. VI 34; Pl. VIII 109.) [*](17 EXC 0rib. XII s. v. ὄρχεις κάστvρος (ἐιλέγου — ἀποτθεοθαι).) [*](3 num. cap. ρνβ QDi: κγ Ε tit. περὶ ὄρχεως ἐπποποτάμου QODi καὶ λεμωνθεὶς om. E) [*](5 num. cap. ρνγ QDi: κδ Ε κάστορος ὄρχις ξῶόν ἐστν Di δὲ ὗρχμς Ε τὸ om. Ε 6 βοάτι Ε νὺν ἰχθύσι Di 7 οὖ ὁ ὄρχις ποιεῖ Di καὶ (pr.) om. Ε: delevi 10 μετ’ ὄξους Ε 11 καὶ θανάσιμα Ε καὶ μάλιστα πρὸς (πρ. del. Ε2) ἰξίαν Ε 13 σὺν] ἐν Ε καὶ θυμιώμενος καὶ δσφραινδμενος τὸ αὐτὸ ποιεῖ Ε 16 τὴν om. Ε 18 ἀδύνατον γὰρ] Sextium Nigrum impugnat D. cf. Pl. XXXII 27 φύσσας HDi συνεζευγμένας Ε 19 τοῖς τὸ (i. e. τοὺς τὸ) ἐντὸς 0rib. ἔχοντας Οrib.: ἔχον reliqui 20 εὔθρυπτον 0rib. τε om. 0rib. 21 αὐτοὺς Οrib. συμπεφνρμένον (α post ρ Supcrscr. pr. m. ut videtur) F : συμπεφυραμένον E0rib. (α del. Ε2): συμπεφνρμένον HDi)

130
kαὶ καστορίῳ ἐγχέοντες εἰς φῦσαν καὶ ξηραίνοντες. μάτην δὲ ἱστορεῖται ὅτι διωκόμενον τὸ ζῷον ἀποσπᾷ τοὺς διδύμους καὶ ῥίπτει· ἀδόνατον γάρ ἐστιν ἅψασθαι αὐτῶν, προστύπων ὄντων ὥσπερ ὑός. δεῖ δὲ διελόντας τὸ δέρμα κομίζεσθαι σὺν τῷ περιέχοντι ὑμένι τὸ ὑγρόν, ὃν μελιτῶδες, καὶ οὕτως ξηράναντας ἀποτίθεσθαι.