De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

55 κυπρίνου στύψις καὶ σκευασία· ἐλαίου ὀμφακίνου πεπλυμένου [*](1 SIM. Theophr. de od. 27; Pl. XIII 10; Hices. (Ath. XV 689c); Apoll. (Ath. XV 658e ═ Pl. XIII 5); Paul. Aeg. VII 20 s. v.) [*](14 SIM. D. eup. 11 (99).) [*](24 SIM. Theophr. de od. 25. 26. 31. 42. 50. 55; Pl. XIII 12 (e S. N.) XIII 5 (═ Ath. XV 688e); XV 28; Posidon. (Paul. Aeg. VII 20 s. κύπρινον) cf. Aet. I. s. v. ἔλαιον κύπρινον (═ Nic. M. XVI 29).) [*](24 EXC. Zach. m. m. VI 10 (107).) [*](1 num. cap. νδ QDi: νθ΄ Dl tit. κρόκινον H: περὶ κροκίνου DiDa: κροκίνου σκευασία F 3 λίρν γ ἥμισυ FDa, comp. scr. H 4 βάλλε Q corr. Sar. 7 δίκα] ιγ΄ libri: γ΄ Spr.: correxi coll. Dl et iterum aliis decem diebus 9 ἔνιοι δὲ τὸ ἴσον κύπρινον ἠρωματισμένω ἐλαίω (ἠρωματισμένου ἐλαίου H) HDi 11 πνέον] ποιοῦν F: ἐμπνέων Da 12 δὲ om. QDa τὸ τῇ σμύρνῃ παρεμφέρον Di, cf. D. I 59, 61 14 ταῖς τῶν H: τῶν om, Di ἁρμόζει Di ἐν addidi καταβρεχόμενον ἢ ἀποσφραινόμενον Di ἀποφρασθὲν Da ἢ καὶ κατὰ μυξ. διαχριόμενον Di 16 καθαρτικὸν ἑλκῶν Di: ἀνακαθαρτικὸν Da τῇ om. Di 18 συμπέπτει H ὑγραίνει καὶ πραύνει DiDa 21 βουτύρινον καὶ ὀνύχινον Di 22 τῇ (alt.) om. Da ὄντα παρόμοια HDiDa) [*](23 num. cap. νε QDi: ξ΄ Dl tit. περὶ στύψεως κυπρίνου καὶ σκευασίας ἐλαίου FDi: κυπρίνου σκευασία ἐλαίου Da: om. H κυπρίνου — ἐλαίου om. HDiDa ἐλαίου bis habet H)

51
πλυμένου μέρος ἕν, ὕδατος ὀμβρίου μέρος ἓν ἥμισυ, τὸ μὲν ἐπίχει τῷ ἐλαίῳ τὸ δὲ φύρα ἐν τοῖς ἐμβληθησομένοις ἀρώμασιν. εἶτα λαβὼν ἀσπαλάθου λίτρας πέντε ἥμισυ, καλάμου λίτρας ἓξ ἥμισυ, σμύρνης λίτραν μίαν, καρδαμώμου λίτρας τρεῖς οὐγγίας ἐννέα, ἐλαίου λίτρας ἐννέα οὐγγίας πέντε, τὸν ἀσπάλαθον κόψας καὶ βρέξας ἐν ὕδατι ἐμβαλὼν ἕψε μετὰ τοῦ ἐλαίου, ἕως ἂν συναναζέσῃ, τὴν δὲ σμύρναν διεὶς οἴνῳ παλαιῷ εὐώδει, τὸν κάλαμον κεκομμένον συναναφύρα μετὰ τῆς σμύρνης καὶ ἐξελὼν τὸν ἀσπάλαθον ἔμβαλε τὸ φύραμα τοῦ καλάμου.

ὅταν δὲ καὶ 2 μετὰ τούτου ζέσῃ, καθελὼν ἀπήθησον τοῦ χαλκοῦ τὸ ἔλαιον καὶ κατάχει κατὰ τοῦ καρδαμώμου κεκομμένου καὶ πεφυραμένου τῷ λοιπῷ ὕδατι καὶ κίνει σπάθη, ἕως ἂν ψυγῇ, μὴ διαλείπων. εἶτα ἀπηθήσας τὸ ἔλαιον ἔμβαλε εἰς τὰς εἴκοσιν ὀκτὼ τοῦ ἐλαίου λίτρας ἄνθους κύπρου λίτρας τεσσαράκοντα ἓξ οὐγγίας ὀκτώ, ἐάσας τε ἀποβραχῆναι ἐξίπωσον διὰ σφυρίδος. ἐὰν δὲ πλείω θέλῃς, τοῦ νεαροῦ ἄνθους τὸ ἴσον ἐμβαλὼν πλῆθος ὁμοίως ἐξίπου, ἐάν τε δίβροχον ἐάν τε τρίβροχον βούλῃ ποιεῖν· δυναμικώτερον γὰρ γίνεται.

ἐκλέγεσθαι δὲ δεῖ τὸ χρηστὸν καὶ 3 μετʼ εὐωδίας πληκτικόν, ἔνιοι δὲ καὶ κινάμωμον μίσγουσιν. δύναμιν δὲ ἔχει θερμαντικήν, μαλακτικήν, ἀναστομωτικήν, ἁρμόζουσαν τοῖς περὶ μήτραν καὶ νεῦρα πάθεσι καὶ πλευριτικοῖς καὶ κατάγμασι καθʼ ἑαυτό τε καὶ κηρωτῇ μειγνύμενον. μείγνυται δὲ καὶ μαλάγμασι τοῖς ἁρμόζουσιν ὀπισθοτόνῳ, συνάγχῃ, βουβώνων φλεγμονῇ καὶ ἀκόποις.